Αρχείο κατηγορίας Λογοτεχνία γ’

Του γιοφυριού της Αρτας

1614479

Τι είναι οι παραλογές;

Οι παραλογές αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία δημοτικών τραγουδιών. Έχουν όλα τα γνωρίσματα που διακρίνουν γενικά τη δημοτική ποίηση. Παράλληλα, όμως, παρουσιάζουν και ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, με τα οποία ξεχωρίζουν από τις άλλες κατηγορίες δημοτικών τραγουδιών.

Συγκεκριμένα, οι παραλογές, ως ιδιαίτερη κατηγορία δημοτικών τραγουδιών, παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) είναι συνήθως πολύστιχα ποιήματα με αφηγηματικό και επικολυρικό χαρακτήρα. Από την άποψη αυτή, πλησιάζουν κάπως και συγγενεύουν με τα ακριτικά τραγούδια. Ορισμένες μάλιστα φορές, δεν είναι και τόσο ευδιάκριτα τα όρια μεταξύ των παραλογών και των ακριτικών τραγουδιών.
β) ως αφηγηματικά τραγούδια αναπτύσσουν ένα μύθο (=μια υπόθεση, μια ιστορία) που εξελίσσεται σταδιακά και έχει όλα τα γνωρίσματα και τα στοιχεία της αφηγηματικής ποιητικής γραφής: αρχή και δέση του μύθου, σταδιακή εξέλιξη και κορύφωση και, τέλος, λύση
γ) αντλούν το περιεχόμενό τους από αρχαίους ελληνικούς μύθους, από νεότερες παραδόσεις, από διάφορα δραματικού χαρακτήρα κοινωνικά περιστατικά, από την ιστορική μνήμη, ή έχουν υπόθεση εντελώς πλαστή
δ) παρουσιάζουν έντονα παραμυθιακά και εξωλογικά στοιχεία, δηλαδή στοιχεία που η λογική μας δεν τα δέχεται ως πραγματικά και φυσικά
ε) παρουσιάζουν το χαρακτηριστικό της αφηγηματικής πυκνότητας στην πλοκή του μύθου, με αποτέλεσμα να διακρίνονται από έναν γρήγορο και γοργό ρυθμό στην όλη ροή και εξέλιξη του μύθου
στ) διαφέρουν ριζικά από άλλα αφηγηματικά τραγούδια, γιατί η υπόθεσή τους παρουσιάζει στοιχεία έντονης δραματικότητας.

Να εντοπίσουμε στο δημοτικό τραγούδι “Του γιοφυριού της Αρτας” τα παραπάνω χαρακτηριστικά

Τα χαρακτηριστικά των δημοτικών τραγουδιών

Η τολμηρή σύλληψη του θέματος,

η ζωντάνια και η παραστατικότητα στην απεικόνιση του εσωτερικού και του εξωτερικού κόσμου,

η πυκνότητα και η λιτότητα του λόγου,

προτιμώνται κυρίως τα ρήματα και τα ουσιαστικά,

δεν παρατηρείται το φαινόμενο του διασκελισμού, η συνέχιση δηλαδή του νοήματος σε δύο ή περισσότερους στίχους, αλλά κάθε στίχος ή δίστιχο έχει αυτοτέλεια και ολοκληρώνει ένα νόημα.

Χαρακτηριστικό των δημοτικών τραγουδιών είναι ακόμη οι τολμηρές προσωποποιήσεις. κάθε άψυχο ή έμψυχο (τα βουνά, τα δέντρα, τα σύννεφα, τα πουλιά κ.ά.) μιλούν και συμμετέχουν ενεργά στη δράση.

Τέλος, μπορούμε να αναφέρουμε το μοτίβο των άσκοπων ερωτημάτων,

το θέμα του αδυνάτου,

καθώς και τη χρήση στερεότυπων εκφράσεων.

Μέτρο: ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος (υ – υ – υ – υ – υ – υ – υ – υ)

δλδ το [υ] ισοδυναμεί με άτονη συλλαβή και το [–] με τονισμένη.

π.χ . Σα ρά / ντα πέ / ντε μά / στο ροι / κιε ξή / ντα μα / θη τά / δες

          υ   –   / υ     –   / υ   –   / υ   –      / υ   –     / υ     –         / υ   –   / υ

Εντοπίζουμε στο τραγούδι τα παραπάνω χαρακτηριστικά και μερικά ακόμα:

Χαρακτηριστικά δημοτικού τραγουδιού που υπάρχουν στο ποίημα:

  • ο στίχος του είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος (η πρώτη συλλαβή άτονη και η δεύτερη  τονισμένη)
  • επανάληψη λέξεων, φράσεων ακόμη και ολόκληρων στίχων.
  • στερεότυπες εκφράσεις που επαναλαμβάνονται.
  • υπερβολή (ο μεγάλος αριθμός των μαστόρων).
  • προσωποποίηση (το πουλί μιλά με ανθρώπινη φωνή).
  • μαγικά στοιχεία (το ανεξήγητο γκρέμισμα του γεφυριού, το πουλί που μιλά, το στοίχειωμα).
  • ο νόμος των τριών: (τρεις αδερφάδες/ αργά ντυθεί, αργά αλλαχτεί, αργά να πάει το γιόμα, κλπ)
  • λαϊκές δοξασίες: (το στοίχειωμα ανθρώπου για να στεριώσει το γεφύρι/ μια κατάρα δεν παίρνεται πίσω, μπορεί μόνο να τροποποιηθεί και από κατάρα να γίνει ευχή).
  • λόγος λιτός και πυκνός (έμφαση δίνεται στα ρήματα και τα ουσιαστικά).
  • ο στίχος – δίστιχο έχουν αυτοτέλεια (δεν υπάρχει διασκελισμός= ολοκλήρωση νοήματος στον επόμενο στίχο).
  • το «θέμα του αδύνατου» (το σχήμα του αδυνάτου είναι η τεχνική κατά την οποία ο λογοτέχνης επίτηδες αναφέρει καταστάσεις υπερβολικές, τραβηγμένες, που δεν γίνεται να συμβούν, προκειμένου να υπερτονίσει ότι συμβαίνει το αντίθετο ή κάτι διαφορετικό. Κάτι που για να ισχύσει θα πρέπει να αναιρεθεί η φυσική τάξη…) Η γυναίκα του πρωτομάστορα, οργισμένη και πικραμένη που προδόθηκε και θυσιάστηκε χωρίς να θέλει, για να στεριώσει το γιοφύρι, το καταριέται. Να τρέμει το γιοφύρι όπως τρέμουν τα φύλλα. Κι όπως πέφτουν τα φύλλα να πέφτουν οι διαβάτες. Πράγμα που σημαίνει ότι μάταια έγιναν όλα, άρα και το γιοφύρι και η θυσία της είναι άχρηστα. Οπότε την εκβιάζουν συναισθηματικά υπενθυμίζοντας της ότι μπορεί να περάσει και το μόνο ζωντανό πρόσωπο της οικογένειας της (οι αδερφές της είχαν την ίδια μοίρα μ’ αυτή! Αυτό θα πει οικογενειακή επιχείρηση…), ο ξενιτεμένος αδερφός της. Τώρα, μια κατάρα δεν μπορεί να αναιρεθεί… Μπορούν όμως να αλλάξουν οι όροι της. Έτσι η λυγερή τροποποιεί την κατάρα και την αφοπλίζει. Όταν τρέμουν τα ψηλά βουνά, να τρέμει το γεφύρι και, όταν πέφτουν τα πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες…
  • «άσκοπα ερωτήματα»
  • σχήμα άρσης και θέσης (Πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι (ή τι δε συμβαίνει) και αμέσως μετά τι είναι (ή τι συμβαίνει) – πρώτα «αίρεται» κάτι και στη συνέχεια «τίθεται»..

………………………………………………………………………………………………………………………Τεχνικές αφήγησης

αφήγηση (παντογνώστης αφηγητής)

μονόλογος

διάλογος

Υπογραμμίστε με μπλε την αφήγηση, με κόκκινο τον μονόλογο και πράσινο τον διάλογο

Στο τραγούδι άλλα γεγονότα δίνονται με αφήγηση και άλλα με διάλογο. Γιατί;

Στο τραγούδι υπάρχει εναλλαγή της αφήγησης με το διάλογο, ούτως ώστε να μη γίνεται κουραστική η εξιστόρηση των γεγονότων μόνο μέσα από μια τριτοπρόσωπη αφήγηση. Απώτερος στόχος της χρήσης του διαλόγου σ’ ολόκληρο το τραγούδι είναι η έκφραση των συναισθημάτων των προσώπων με ζωντάνια και παραστατικότητα. `Ετσι, υπάρχει στο τραγούδι έντονη δραματικότητα, που σε συνδυασμό με την αφήγηση, διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Εξάλλου, η δραματοποίηση της αφήγησης αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό των παραλογών γενικότερα. Η εναλλαγή της δράσης την καθιστά παράλληλα και πιο ενδιαφέρουσα.

 

 

 

 

Το τραγούδι είναι χωρισμένο σε τρεις σκηνές. Να επισημάνετε τις εικόνες που απαρτίζουν την καθεμιά.

Στο Γιοφύρι της Άρτας ποια βασικά θέματα διαπραγματεύονται;

 

Να βρείτε τα μαγικά στοιχεία που υπάρχουν στο τραγούδι και συντελούν στην εξέλιξη του δράματος.

Στο τραγούδι υπάρχουν αρκετά μαγικά στοιχεία, πολύ συνηθισμένα και προσφιλή στα δημοτικά τραγούδια, τα οποία βοηθούν στην εξέλιξη του δράματος. Καταρχάς, λοιπόν, το ίδιο γεφύρι αποκτά εδώ μαγικές ιδιότητες, αφού για κάποιο περίεργο και ανεξήγητο λόγο δε λεει να στεριώσει, αλλά ολοένα γκρεμίζεται. Αυτή η επίμονη άρνηση του γεφυριού να χτιστεί αποτελεί και τη βασική αιτία που θα προκαλέσει στη συνέχεια το δράμα. `Ενα άλλο μαγικό στοιχείο μέσα στο τραγούδι είναι η εμφάνιση του πουλιού με την ανθρώπινη φωνή, το οποίο έρχεται να δώσει λύση στο πρόβλημα των μαστόρων με την προφητική συμβουλή του. Συγχρόνως, όμως, δημιουργεί ένα τραγικό δίλημμα στον πρωτομάστορα, η απόφαση του οποίου θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Επίσης, μαγικό στοιχείο αποτελεί και το δεύτερο πουλί, το αηδόνι, το οποίο θα μεταφέρει το μήνυμα στη γυναίκα του πρωτομάστορα. Τα πουλιά, οι αγαπημένοι αγγελιαφόροι των δημοτικών τραγουδιών, απαιτείται να έχουν ανθρώπινη ομιλία, ούτως ώστε να μπορούν να επικοινωνούν με τους ανθρώπους, αλλά και να τους μεταφέρουν τα μηνύματα. Πρόκειται για ένα μαγικό στοιχείο που συναντάμε πολύ συχνά στα παραμύθια, όπου και εκεί τα πουλιά παρουσιάζονται ανθρωπόλαλα. Η παρανόηση του αηδονιού, που αντί να πει της γυναίκας να έρθει στο γεφύρι αργά της είπε ακριβώς το αντίθετο, αποτελεί ένα επιπλέον μαγικό στοιχείο, το οποίο επιταχύνει την εξέλιξη. Τέλος, η κατάρα της γυναίκας να μη στεριώσει το γεφύρι, αλλά όποιος περνάει από εκεί να πέφτει μέσα, ανήκει πάλι στο χώρο του παραμυθιού και των λαϊκών δοξασιών. Η κατάρα θεωρούνταν ότι είχε πολύ μεγάλη δύναμη και, καθώς σχετιζόταν με τη μαγεία, μπορούσε να προκαλέσει μεγάλα κακά. `Ετσι, για να αναιρεθεί μια κατάρα, έπρεπε το πρόσωπο που την ξεστόμισε να πει μια νέα κατάρα, η οποία θα ισοδυναμούσε σε τελική ανάλυση με ευχή. Γι’ αυτό και οι εργάτες ζητάνε από την κόρη να αλλάξει την κατάρα της, υπενθυμίζοντας της ότι έχει αδελφό στα ξένα και μπορεί να περάσει από το γεφύρι.

Πηγή:http://www.odyssey.com.cy/main/default.aspx?it=1&tabid=138&itemid=869

Να επισημάνετε τη δραματική σύγκρουση που συντελείται στην ψυχή των ηρώων και τα στάδια περνά αυτή.

Ερωτήσεις/Ασκήσεις

1. Σχήματα λόγου:
Στο κείμενο διακρίνονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα σχήματα λόγου:
ασύνδετο σχήμα: …………………………………………………………………………………………………………….
επανάληψη: ……………………………………………………………………………………………………………………
προσωποποίηση: …………………………………………………………………………………………………………….
παρομοίωση: ………………………………………………………………………………………………………………….
νόμος των τριών: …………………………………………………………………………………………………………….
(στον πρώτο στίχο αναφέρονται δύο έννοιες ενώ στον αμέσως επόμενο στίχο υπάρχει η τρίτη
έννοια η οποία όμως είναι και η πιο σημαντική)
2. Ποια η λειτουργία της αντίθεσης αργά vs. γοργά

3. Χαρακτηρισμός πρωτομάστορα και της γυναίκας του

 

Της Πάργας/δημοτικό

 

Της Πάργας

Το τραγούδι αυτό ανήκει στην κατηγορία των ιστορικών δημοτικών τραγουδιών. Η Πάργα από τις αρχές του 15ου αι. βρισκόταν κάτω από βενετσιάνικη διοίκηση. Μετά την κατάλυση της Ενετικής Δημοκρατίας από τον Ναπολέοντα, παραχωρήθηκε στη Γαλλία (συνθήκη Καμποφόρμιο, 1797) μαζί με τα Επτάνησα. Το 1799 ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων κυριεύει τις γαλλικές κτήσεις στα παράλια του Ιονίου (Πρέβεζα, Βόνιτσα) και απειλεί την Πάργα. Οι κάτοικοί της αρνήθηκαν να παραδοθούν και ζήτησαν την προστασία της Ρωσίας «απειλώντας να σφάξουν όλα τα γυναικόπαιδα και να αμυνθούν ως τον ένα». Κατά τη διάρκεια των αγώνων του Σουλίου η Πάργα αποτελούσε κέντρο ανεφοδιασμού και καταφύγιο των Σουλιωτών. Το 1814, μετά την ήττα του Ναπολέοντα, οι νικήτριες δυνάμεις την παραχώρησαν στους Άγγλους, οι οποίοι ύστερα από λίγο (1817) την πούλησαν στον Αλή Πασά. Η παράδοσή της πραγματοποιήθηκε στις 28 Απριλίου 1819. Λίγο πριν από την επίσημη παράδοση ανέσκαψαν τους τάφους, συγκέντρωσαν τα οστά των προγόνων τους και αφού τα έκαψαν στην αγορά, για να τα γλιτώσουν από τη βεβήλωση, κατέφυγαν στην Κέρκυρα παίρνοντας μαζί τους την τέφρα, τις εικόνες και τα ιερά των εκκλησιών. Σ’ αυτό το τελευταίο περιστατικό αναφέρεται το δημοτικό τραγούδι που ακολουθεί.

Τρία πουλιά απ’ την Πρέβεζα διαβήκανε στην Πάργα.

Το ‘να κοιτάει την ξενιτιά, τ’ άλλο τον Aϊ-Γιαννάκη,

το τρίτο το κατάμαυρο μοιριολογάει και λέει:

«Πάργα, Τουρκιά σε πλάκωσε, Τουρκιά σε τριγυρίζει.

Δεν έρχεται για πόλεμο, με προδοσιά σε παίρνει.

Βεζίρης δε σ’ ενίκησε με τα πολλά τ’ ασκέρια.

Έφευγαν Τούρκοι σα λαγοί το παργινό τουφέκι,

κι οι Λιάπηδες δεν ήθελαν να ‘ρτουν να πολεμήσουν.

Είχες λεβέντες σα θεριά, γυναίκες αντρειωμένες,

πότρωγαν βόλια για ψωμί, μπαρούτι για προσφάγι.

Τ’ άσπρα πουλήσαν το Χριστό, τ’ άσπρα πουλούν και σένα.

Πάρτε, μανάδες, τα παιδιά, παπάδες, τους Αγίους.

Άστε, λεβέντες, τ’ άρματα κι αφήστε το τουφέκι,

σκάψτε πλατιά, σκάψτε βαθιά όλα σας τα κιβούρια,

και τ’ αντρειωμένα κόκαλα ξεθάψτε του γονιού σας.

Τούρκους δεν επροσκύνησαν, Τούρκοι μην τα πατήσουν».

[Ν. Γ. Πολίτη, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού]

Αϊ-Γιαννάκης: όρμος στ’ ανατολικά της Πάργας.

ασκέρι: στράτευμα

άσπρα: ασημένια νομίσματα, γενικά τα χρήματα.

άστε: αφήστε.

κιβούρι: τάφος.

Λιάπηδες: Εξισλαμισμένοι Αλβανοί, κάτοικοι της Λιαπουριάς της ΝΔ Αλβανίας∙ ομάδες αυτών εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ν. Ελλάδας κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο.

«Τρία πουλιά απ’ την Πρέβεζα διαβήκανε στην Πάργα.

Το ‘να κοιτάει την ξενιτιά, τ’ άλλο τον Aϊ-Γιαννάκη,

το τρίτο το κατάμαυρο μοιριολογάει και λέει:»

Ο ερχομός των πουλιών από την Πρέβεζα δίνει από την αρχή κιόλας του τραγουδιού έναν αρνητικό χαρακτήρα, καθώς η Πρέβεζα είχε καταληφθεί από τον Αλή Πασά ήδη από το 1798, κι είχε υποστεί την καταστροφική δράση των στρατευμάτων του. Η λεηλασία της Πρέβεζας, που αποτελούσε μια οδυνηρή μνήμη, λειτουργεί ως δυσοίωνος συσχετισμός για την τύχη της Πάργας.

Η αναφορά στα τρία πουλιά υπακούει στο σύνηθες για τη δημοτική ποίηση μοτίβο των τριών, ενώ η ικανότητά τους να μιλούν συνιστά έκφανση του παμψυχισμού που διακρίνει την πλειονότητα αυτών των τραγουδιών∙ όλα δηλαδή τα άψυχα (βουνά, ποτάμια, δέντρα κτλ.) αποκτούν φωνή και συμπεριφέρονται ως ανθρώπινες οντότητες. Τα πουλιά αποκτούν έτσι όχι μόνο ανθρώπινες ιδιότητες, αλλά και ακριβή γνώση των όσων συμβαίνουν, και πολύ περισσότερο συμμετέχουν στη θρηνητική διάθεση του λαού.

Η παρουσίαση των πουλιών ακολουθεί μια κλιμάκωση, υπό την έννοια πως το πρώτο κοιτάζει προς την ξενιτιά, προς την Κέρκυρα πιθανώς, όπου και είχαν συμφωνήσει να μεταφερθούν οι κάτοικοι της Πάργας∙ το δεύτερο προς τον Αϊ-Γιαννάκη, προς ό,τι θα αναγκαστούν με πόνο να εγκαταλείψουν οι Παργινοί, ενώ το τρίτο, το οποίο είναι κατάμαυρο, και συμβολίζει έτσι την τραγικότητα της κατάστασης, αναλαμβάνει να μοιρολογήσει την πατρίδα που χάνεται, και να εκφράσει τον πόνο των ανθρώπων της.

«Πάργα, Τουρκιά σε πλάκωσε, Τουρκιά σε τριγυρίζει.

Δεν έρχεται για πόλεμο, με προδοσιά σε παίρνει.

Βεζίρης δε σ’ ενίκησε με τα πολλά τ’ ασκέρια.»

Το μοιρολόγι του πουλιού και ο πόνος που εκφράζεται μέσω αυτού, δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό που πληγώνει περισσότερο τους ανθρώπους εκείνη τη στιγμή, στο γεγονός δηλαδή πως η πόλη τους δεν κατακτήθηκε με τη δύναμη των όπλων, αλλά πουλήθηκε. Οι Τούρκοι που έρχονται, οι Τούρκοι που τριγυρίζουν την Πάργα, δεν έρχονται για να πολεμήσουν τους ηρωικούς υπερασπιστές της, έρχονται να παραλάβουν μια πόλη που τους παραδόθηκε με προδοσία, με δόλιο τρόπο. Οι Παργινοί δεν έχουν καν την ευκαιρία να αγωνιστούν για την πατρίδα τους∙ εμπιστεύτηκαν τους Άγγλους κι εκείνοι τους πρόδωσαν για να εισπράξουν χρήματα από τον Αλή Πασά.

Κι είναι αυτή η προδοσία των Άγγλων που καθιστά την απώλεια της πατρίδας ακόμη πιο επώδυνη, καθώς αν την είχαν χάσει πολεμώντας μ’ έναν μεγάλο και δυνατό στρατό, θα είχαν τουλάχιστον την παρηγοριά πως έκαναν ό,τι μπορούσαν, πως έθεσαν τη ζωή τους στην υπηρεσία της πατρίδας τους. Τώρα όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά∙ τώρα πρέπει να υπομείνουν την ταπείνωση και την αγανάκτηση που τους προκαλεί ο πλάγιος και άνανδρος τρόπος με τον οποίο ο εχθρός τους έλαβε την κυριότητα της πόλης.

«Έφευγαν Τούρκοι σα λαγοί το παργινό τουφέκι,

κι οι Λιάπηδες δεν ήθελαν να ‘ρτουν να πολεμήσουν.

Είχες λεβέντες σα θεριά, γυναίκες αντρειωμένες,

πότρωγαν βόλια για ψωμί, μπαρούτι για προσφάγι.»

Το μοιρολόι περνά πλέον στον έπαινο των κατοίκων της Πάργας, οι οποίοι απέδειξαν πολλές φορές την ανδρεία και την πολεμική τους ικανότητα, όταν ήρθαν σε απευθείας αναμέτρηση με τους εχθρούς τους. Οι Τούρκοι έτρεμαν τα όπλα και τις σφαίρες των Παργινών, κι οι Λιάπηδες που πολεμούσαν για λογαριασμό των Τούρκων, δεν ήθελαν καν να βρεθούν αντιμέτωποι με τους δεινούς αγωνιστές της Πάργας.

Οι άντρες της Πάργας ήταν λεβέντες, αλλά και οι γυναίκες διακρίνονταν για τη γενναιότητά τους, κάτι που το είχαν αποδείξει πολεμώντας στο πλευρό των αντρών της πόλης. Κι ήταν τέτοια η ανδρεία και τέτοιο το θάρρος των ανθρώπων της Πάργας, ώστε τρέφονταν με βόλια και μπαρούτι. Χαρακτηριστικό εδώτο θέμα του αδυνάτου, που χρησιμοποιείται στη δημοτική ποίηση για να παρουσιάσει εμφατικά μια ιδιότητα ή μια κατάσταση.

Ο δίκαιος αυτός έπαινος έρχεται να φανερώσει με ακόμη μεγαλύτερη ένταση την αγανάκτηση και την οδύνη των Παργινών, οι οποίοι μπορούσαν -και το είχαν αποδείξει πολλές φορές- να αντιμετωπίσουν το στρατό του Αλή Πασά, μπορούσαν να υπερασπιστούν την ελευθερία τους και την πατρίδα τους, αν η αναμέτρηση γινόταν στο πεδίο της μάχης. Αυτό, άλλωστε, το γνώριζε καλά και ο Αλή Πασάς, γι’ αυτό και κατέφυγε σ’ αυτόν τον πλάγιο τρόπο για να αποκτήσει την Πάργα.

«Τ’ άσπρα πουλήσαν το Χριστό, τ’ άσπρα πουλούν και σένα.»

Η προδοσία που τους στερεί την πατρίδα τους∙ ο ύπουλος τρόπος με τον οποίο κινήθηκε ο Αλή Πασάς, επισκιάζει προς στιγμήν ακόμη και τον καθαυτό πόνο για την απώλεια της πόλης τους. Ό,τι κυριαρχεί εδώ είναι η οργή, η αγανάκτηση και η αίσθηση της κατάφωρης αδικίας. Βιώνουν, μάλιστα, και αντικρίζουν αυτή την προδοσία ως ένα γεγονός τέτοιας βαρύτητας, που επιτρέπει ακόμη και τον παραλληλισμό με την προδοσία που γνώρισε ο Χριστός, όταν για τριάντα αργύρια ο Ιούδας οδήγησε τους στρατιώτες του Καϊάφα στη σύλληψή του.

Ο στίχος αυτός εμπεριέχει ένα σαφές μήνυμα για τη δύναμη των χρημάτων να διαφθείρουν τους ανθρώπους και να τους οδηγούν σε πράξεις που υπονομεύουν κάθε έννοια σεβασμού και τιμής. Όπως ο Ιούδας πρόδωσε τον ιερό δάσκαλό του, έτσι και οι Άγγλοι, παρά τις διαβεβαιώσεις και παρά τις συμφωνίες που είχαν κάνει με τους Παργινούς, δε διστάζουν στο όνομα του κέρδους να οδηγήσουν χιλιάδες ανθρώπους μακριά από την πατρίδα τους.

«Πάρτε, μανάδες, τα παιδιά, παπάδες, τους Αγίους.

Άστε, λεβέντες, τ’ άρματα κι αφήστε το τουφέκι,

σκάψτε πλατιά, σκάψτε βαθιά όλα σας τα κιβούρια,

και τ’ αντρειωμένα κόκαλα ξεθάψτε του γονιού σας.

Τούρκους δεν επροσκύνησαν, Τούρκοι μην τα πατήσουν».

Στο κλείσιμο του τραγουδιού, κι αφού έχει προηγουμένως δοθεί με κάθε έμφαση η προδοσία που υπέστησαν οι Παργινοί, έχουμε το πέρασμα σε όσα πρέπει να γίνουν τώρα προκειμένου να ολοκληρωθεί η αποχώρησή τους από την πόλη. Όσο κι αν υπήρξε επώδυνη η δόλια στάση των Άγγλων, όσο κι αν υποφέρουν για την απώλεια της πατρίδας τους, οφείλουν να συνεχίσουν την πορεία τους, οφείλουν να διασφαλίσουν όσα πολύτιμα μπορούν από το βέβηλο χέρι των Τούρκων.

Έτσι, οι μανάδες καλούνται να πάρουν μαζί τους τα μικρά παιδιά, κι οι ιερείς τις εικόνες των Αγίων, ενώ οι νέοι άντρες της πόλης πρέπει να αφήσουν για λίγο τα όπλα τους και να μεριμνήσουν για τα οστά των γονιών και των προγόνων τους. Οι νέοι καλούνται να σκάψουν βαθιά όλους τους τάφους της οικογένειάς τους και να ξεθάψουν τα ανδρειωμένα και ένδοξα κόκαλα των προγόνων τους, που με τους αγώνες τους διαφύλαξαν για αιώνες την ελευθερία της Πάργας. Οι ανδρείοι αυτοί πρόγονοι, που δεν προσκύνησαν ποτέ τους Τούρκους, που δεν γνώρισαν ποτέ αυτό τον ατιμασμό, όσο ζούσαν, πρέπει να διασωθούν από την ανόσια έλευση των Τούρκων. Τα οστά τους έπρεπε να καούν, ώστε οι Παργινοί να μπορέσουν να πάρουν μαζί τους τη στάχτη έστω των προγόνων τους.

Οι άνθρωποι της Πάργας οφείλουν, επομένως, να γλιτώσουν από τη βέβηλη παρουσία των Τούρκων τα ιερά τους κειμήλια και τα οστά των προσφιλών και τιμημένων τους προγόνων. Καθώς γνωρίζουν καλά πως οι ασεβείς Τούρκοι μόλις εισέλθουν στην πόλη θα επιδοθούν σε μια δίχως προηγούμενο καταστροφική λεηλασία∙ ό,τι αποτελούσε μέχρι τότε σημαντικό και ιερό για τους Έλληνες, θα βρεθεί έρμαιο στη μανία των ξένων και αλλόθρησκων κατακτητών.

– Το τραγούδι της Πάργας ακολουθεί ως προς τη σύνθεσή του τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της δημοτικής ποίησης. Είναι γραμμένο έτσι σε ιαμβικό μέτρο και σε στίχο δεκαπεντασύλλαβο, που χωρίζεται σε δύο ημιστίχια (το πρώτο είναι οκτασύλλαβο, το δεύτερο επτασύλλαβο).

Ο ίαμβος βασίζεται σε δισύλλαβους πόδες, όπου η πρώτη συλλαβή είναι άτονη, ενώ η δεύτερη τονισμένη. Έχουμε, επομένως, το ακόλουθο σχήμα:

«Πάρτε,- μανά– δες, τα– παιδιά,- // παπά-δες, τους– Αγί-ους»

– Στο τραγούδι αυτό, όπως συνηθίζεται στη δημοτική ποίηση, δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία. Ενώ συναντάμε κι εδώ την τάση το δεύτερο ημιστίχιο να επαναλαμβάνει το πρώτο ή να συνιστά νοηματική του αναδίπλωση:

«Πάργα, Τουρκιά σε πλάκωσε, // Τουρκιά σε τριγυρίζει»

– Οι στίχοι του τραγουδιού εκφράζουν ένα πλήρες και ολοκληρωμένο νόημα∙ χαρακτηρίζεται δηλαδή ο κάθε στίχος και από συντακτική αυτοτέλεια και από νοηματική πληρότητα:

«Βεζίρης δε σ’ ενίκησε με τα πολλά τ’ ασκέρια»

Τηρείται έτσι η αρχή της ισομετρίας, μιας και κάθε μετρική ενότητα (ημιστίχιο, στίχος ή δίστιχο) περιέχει ένα ολοκληρωμένο νόημα, χωρίς να συναντάμε διασκελισμούς, την ανάγκη δηλαδή μιας ακόμη μετρικής ενότητας για να ολοκληρωθεί το νόημα.

«Το ‘να κοιτάει την ξενιτιά, τ’ άλλο τον Aϊ-Γιαννάκη,

το τρίτο το κατάμαυρο μοιριολογάει και λέει»

– Έχουμε κι εδώ τα παγιωμένα εκφραστικά μοτίβα της δημοτικής ποίησης: το μοτίβο των τριών, το θέμα του αδυνάτου, τον παμψυχισμό που επιτρέπει την προσωποποίηση κάθε πιθανού όντος.

– Εντοπίζουμε, επίσης, το σχήμα της συνεκδοχής (στο σχήμα αυτό δηλώνεται: το ένα αντί για τα πολλά ομοειδή, το μέρος ενός συνόλου αντί για το σύνολο, η ύλη αντί για εκείνο που είναι κατασκευασμένο από αυτή, το όργανο αντί για την ενέργεια που παράγεται ή γίνεται με αυτό):

το παργινό τουφέκι = τους πυροβολισμούς, τις τουφεκιές

Τ’ άσπρα = τα χρήματα

τους Αγίους = τις εικόνες

– Έχουμε ακόμη, παρομοιώσεις: Έφευγαν Τούρκοι σα λαγοί / Είχες λεβέντες σα θεριά, επαναλήψεις:  σκάψτε πλατιά, σκάψτε βαθιά / Άστε, λεβέντες, τ’ άρματα κι αφήστε το τουφέκι, υπερβολή: πότρωγαν βόλια για ψωμί, μπαρούτι για προσφάγι.

– Η γλώσσα του τραγουδιού είναι ιδιαίτερα δραστική, ζωντανή και παραστατική∙ αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ποιητική έκφραση στηρίζεται κυρίως στην πληθωρική χρήση του ρήματος και του ουσιαστικού.

Read more: http://latistor.blogspot.com/2013/10/blog-post_1803.html#ixzz46DBjN5NR

 

Στο παιδί μου/ Αναγνωστάκης Μ.

 

[Στο παιδί μου…]

Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Και του μιλούσανε για Δράκους και για το πιστό σκυλίΓια τα ταξίδια της Πεντάμορφης και για τον άγριο λύκο

Μα στο παιδί δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια

Τώρα, τα βράδια, κάθομαι και του μιλώΛέω το σκύλο σκύλο, το λύκο λύκο, το σκοτάδι σκοτάδι,Του δείχνω με το χέρι τους κακούς, του μαθαίνωΟνόματα σαν προσευχές, του τραγουδώ τους νεκρούς μας.

Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.

Βιογραφία του ποιητή

Ενας από τους κορυφαίους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Ποιητής με πολιτική συνείδηση, φυλακίστηκε και καταδικάσθηκε σε θάνατο για τις ιδέες του και χαρακτηρίστηκε ως ο «ποιητής της ήττας», καθώς με τους στίχους του εξέφρασε τη διάψευση των οραμάτων της Αριστεράς. Το ποιητικό του έργο καθόρισε την ομάδα των στρατευμένων ποιητών της μεταπολεμικής ποίησης.

Ο Μανόλης Αναγνωστάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 9 Μαρτίου του 1925. Σπούδασε Ιατρική και ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη (1955-1956). Άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου στη Θεσσαλονίκη και το 1978 μετεγκαταστάθηκε στην Αθήνα.

Πήρε μέρος στην Αντίσταση ως στέλεχος της ΕΠΟΝ στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Για την πολιτική του δράση στο φοιτητικό κίνημα φυλακίστηκε στο διάστημα 1948-1951, ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο.

Εμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1942 από το περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα». Εκτελώντας χρέη και αρχισυντάκτη, το 1944 συνεργάστηκε με το φοιτητικό περιοδικό «Ξεκίνημα» (1944), πόλο συσπείρωσης των προοδευτικών νέων λογοτεχνών της πόλης, και το 1945 εξέδωσε με δικά του έξοδα την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Εποχές». Αν και προχώρησε στην έκδοση μιας σειράς ποιητικών συλλογών τις επόμενες δεκαετίες, θα έπρεπε να περιμένει ως το 1979, σχεδόν 35 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου του, ώστε να δει να τυπώνεται η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του χωρίς δικά του έξοδα.

Δημοσίευσε ποιήματα και κριτικά σημειώματα σε πολλά περιοδικά, ενώ είχε και πυκνή παρουσία στην εφημερίδα «Αυγή», με κείμενα για θέματα λογοτεχνικά και πολιτικά. Εξέδωσε το περιοδικό «Κριτική» (Θεσσαλονίκη, 1959-1961), υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των «Δεκαοκτώ κειμένων» (1970), των «Νέων Κειμένων» και του περιοδικού «Η Συνέχεια» (1973).

Τα ποιήματα που ο Μανόλης Αναγνωστάκης άφησε πίσω του δημοσιευμένα είναι 88 και γράφτηκαν από το 1941 έως το 1971. Από το 1979 που κυκλοφόρησε ο συγκεντρωτικός τόμος των ποιημάτων του, και από το 1983 που κυκλοφόρησε ιδιωτικά το αυτοβιογραφικό σχόλιο «Y.Γ.» δεν υπήρξε καμία δημόσια παρέμβασή του.

«Στο αλλοιωμένο τοπίο της εποχής μας δεν θα ξαναγράψω», είχε ξεκαθαρίσει, γιατί «το έργο μου το ολοκλήρωσα. Επιλέγω τη σιωπή». Ίσως επειδή, όπως είχε πει σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, «η ποίηση είναι έργο της νεότητας. Χρειάζεται ενθουσιασμό, αυταπάτες, ψευδαισθήσεις. Αυτά τα έχουν οι νέοι. Όσο μεγαλώνεις, κατέχεις καλύτερα τα μέσα σου. Γίνεσαι τεχνίτης, αλλά ένα ποίημα δεν χρειάζεται να είναι τέλειο για να είναι καλό».

Ο Αναγνωστάκης είχε προαναγγείλει τη σιωπή του με τους στίχους:

Το θέμα είναι τώρα τι λες.
Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε.
Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ.
Μικροζημίες και μικροκέρδη συμψηφίζοντας.
Το θέμα είναι τώρα τι λες. (Στόχος, 1970)

Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ενώ μελοποιήθηκαν από συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Μιχάλης Γρηγορίου, ο Γιάννης Μαρκόπουλος και ο Δημήτρης Παπαδημητρίου. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1986) και το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας (2002), ενώ αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Το πιο γνωστό του ποίημα ήταν το Μιλώ, που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Η ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη δεν είναι απαισιόδοξη. Όσο κι αν οι στίχοι του φτάνουν κάποτε στην απελπισία, στο βάθος του ορίζοντα διακρίνεται ένα φως που μοιάζει περισσότερο με την αναλαμπή της αυγής και λιγότερο με το λυκόφως. Η δύναμη του ποιητικού του έργου, υπερβαίνοντας τις κομματικές ταμπέλες, κατάφερε να εκφράσει την αβεβαιότητα, την αποξένωση, αλλά και τις ελπίδες μιας ολόκληρης εποχής.

Έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου 2005, καταβεβλημένος από χρόνια αναπνευστικά και καρδιαγγειακά προβλήματα.

ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/174#ixzz45B4BIpaT

 

Ανάλυση

Θέμα: Η ποίηση ως θεματοφύλακας της αλήθειας→ Ο ποιητής προτιμά να λέει ή να αποκαθιστά την αλήθεια, την κυριολεκτική δηλαδή αναφορά σε πρόσωπα και πράγματα, είτε αυτή είναι πολιτική είτε ηθική. Αγωνιστικός και περισσότερο κοντά στην ιδέα της στρατευμένης ποίησης, ο Αναγνωστάκης πιστεύει στη ρεαλιστική άποψη της τέχνης – «καθρέφτη» της ζωής και της πραγματικότητας.

Ο ποιητής αξιοποιεί τα παρακάτω παραμυθικά μοτίβα:

  •  Δράκους, υπερφυσικά στοιχεία εκφραστές του κακού, της σκληρότητας, της απανθρωπιάς
  •  Το πιστό σκυλί, ο Άργος, του Ομηρικού Οδυσσέα, σύμβολο εμπιστοσύνης
  •  Την Πεντάμορφη, προσωποποίηση της ψυχικής ευγένειας και καλοσύνης σε αντιπαράθεση με την ασχήμια (το Τέρας)
  •  Τον άγριο λύκο στο παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας, σύμβολο της δολιότητας και της εξαπάτησης, που τιμωρείται στο τέλος

 

Όλα αυτά συμβολίζουν την απόκρυψη και παραποίηση της αλήθειας, την ωραιοποίηση της πραγματικότητας, την παραχάραξη της ιστορίας από τις κάθε λογής εξουσίες, που επιχειρούν με την κατάλληλη κάθε φορά προπαγάνδα να χειραγωγήσουν τους λαούς, άλλοτε εφησυχάζοντάς τους, και άλλοτε επισείοντας ανύπαρκτους κινδύνους για να εμφανιστούν ως σωτήρες.
Ο τίτλος του ποιήματος: αλληγορία
  • Ο ποιητής – πατέρας: πολιτικός, ηθικός και πνευματικός καθοδηγητής, που γαλουχεί υπεύθυνα και συνειδητά το κοινό του, το προστατεύει από το ψέμα, φωτίζει με την τέχνη του την «πλαστογραφημένη ζωή» ( «Μόνο μιαν άκρη της αλήθειας να σηκώσω να ρίξω λίγο φως στην πλαστογραφημένη μας ζωή. Όσο μπορώ, κι όσο κρατήσω» Τίτος Πατρίκιος)
  • Παιδί : οι νέοι, αναγνωστικό κοινό, ώριμοι, κατά την εκτίμηση του ποιητή, αποδέκτες της ποίησής του ( Στο παιδί μου δεν άρεσαν ποτέ τα παραμύθια)
Η λειτουργία των προσώπων
  • γ΄πληθυντικό (του μιλούσανε): Οι κάθε λογής εξουσίες, το δικτατορικό καθεστώς, η αριστερή κομματική διανόηση που αυστηρά πειθαρχημένη στην επίσημη γραμμή, υποκύπτει σε σκοπιμότητες, αποσιωπά, παραχαράσσει, πλαστογραφεί την ιστορία.
  • α΄  ενικό(κάθομαι, του μιλώ, λέω, του δείχνω, του μαθαίνω, του τραγουδώ): Τα έξι πρωτοπρόσωπα ρήματα, όλα σε χρόνο ενεστώτα που τονίζει τη διάρκεια, υπογραμμίζουν το ρόλο και την ευθύνη του ποιητή απέναντι στο κοινό του. Ο ποιητής, ο καλλιτέχνης, ο πνευματικός άνθρωπος οφείλει να αποκαταστήσει αλήθειες, να καταγγείλει ενόχους, να τιμήσει τη μνήμη νεκρών και ηρώων.
  • α΄πληθυντικό(να λέμε): Η μετάβαση από το α΄ενικό στο α΄πληθυντικό πρόσωπο σηματοδοτεί τη μετάβαση από την ατομική στη συλλογική – καθολική ευθύνη. Οι ποιητές και γενικότερα οι πολιτικοί και πνευματικοί άνθρωποι ενός τόπου έχουν χρέος να πουν την αλήθεια συμβάλλοντας στη σωστή διαπαιδαγώγηση των νέων.

Πηγή:http://taenoikwkaiendimw.blogspot.gr/2013/06/blog-post.html

Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα/Καρυωτάκης

 

DESMI API ROSES

Το ποίημα ανήκει στη συλλογή Ελεγεία και σάτιρες 1927.

Ελεγεία είναι ένα σύντομο ποιητικό έργο που εκφράζει μέτρια πάθη, λεπτά και τρυφερά συναισθήματα (χαρά, λύπη, μελαγχολία…)

Σάτιρα είναι το λογοτεχνικό έργο που ασκεί κριτική με τρόπο σκωπτικό σε πρόσωπα και κοινωνικές καταστάσεις με κύριο μέσο την ειρωνεία και το σαρκασμό. Εδώ ο ποιητής εξομολογείται κάποια αδυναμία του και επιχειρεί κάποια μορφή αυτοκριτικής, κάτι σαν αυτοσαρκασμό, καθώς το όμορφο βράδυ του δημιουργεί ετερόκλητα συναισθήματα.

Κύρια χαρακτηριστικά της ποίησης του Καρυωτάκη

Ο ποιητής μας ανήκει στη γενιά του Μεσοπολέμου ή γενιά του 1920, η οποία διακρίνεται για την απαισιοδοξία της, τη μελαγχολική διάθεση, την παραίτηση από τη ζωή, την έλλειψη ιδανικών, την ψυχική κούραση, τη διάθεση φυγής από την πραγματικότητα και την αναζήτηση της λύτρωσης στην ποίηση. Πολλά ποιήματα του Καρυωτάκη ανήκουν στο λεγόμενο ρεύμα του Νεοσυμβολισμού, δηλαδή το είδος εκείνο της ποίησης που εκφράζει τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου με σύμβολα από το φυσικό περιβάλλον και την προσεκτική επιλογή λέξεων που δημιουργούν υποβλητική ατμόσφαιρα.

Ανάλυση ποιήματος

Το θέμα του ποιήματος είναι η αδυναμία του ποιητή να ανταποκριθεί στην ερωτική ατμόσφαιρα που δημιουργείται γύρω του ένα βράδυ. Το περιεχόμενο είναι λυρικό.

1η στροφή

Τίτλος: Η ερωτική ατμόσφαιρα που δημιουργείται και η ψυχική ευφορία του ποιητή.

ΑΝΑΛΥΣΗ

Η πρώτη στροφή ξεκινάει με μία παρομοίωση –συμβολισμό: Παρομοιάζεται το βράδυ με ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα (ερωτικός συμβολισμός). Έτσι εκφράζεται η ερωτική ατμόσφαιρα, επιθυμία. Το ποίημα συνεχίζεται με μια μεταφορά (και οσφρητική εικόνα),λεπτή, χρυσή ευωδιά. Η καλοσύνη που αναφέρει αμέσως μετά αλλά και η «χρυσή» ευωδιά που έχει ήδη αναφέρει υπογραμμίζουν την ψυχική ευφορία του ποιητή, την ωραία διάθεση που έχει. Η εικόνα στη συνέχεια μας κάνει να φανταζόμαστε τον ποιητή με το παλτό στα χέρια –η βραδιά είναι ωραία- που ρεμβάζει στο σεληνόφως. Η δεύτερη παρομοίωση με την οποία συνεχίζει ο ποιητής είναι η ατμόσφαιρα που μοιάζει ηλεκτρισμένη από τα φιλιά των ερωτευμένων. Μ’αυτή την παρομοίωση συμπληρώνει το ερωτικό κλίμα. Έτσι ο ποιητής βιώνει έντονα τη μαγεία της βραδιάς και με την αίσθηση της αφής ,αφού νιώθει άμεσα σαν άγγιγμα την αίσθηση του ερωτισμού και έχει την εντύπωση πως ο αέρας είναι φορτισμένος από την ερωτική ενέργεια των φιλών που ανταλλάσσουν οι ερωτευμένοι. Η μεταφορά με την οποία τελειώνει η πρώτη στροφή –Η σκέψις, τα ποιήματα βάρος περιττό- υποκρύπτει κάποια ειρωνεία-ίσως και αυτοσαρκασμό- αν συνδυαστεί με τη θετική διάθεση των στίχων 5-6. Ο ποιητής, λοιπόν, παραδέχεται ότι συνυπάρχουν δύο αντίθετα συναισθήματα απέναντι σ’αυτό το όμορφο βράδυ: η αιφνίδια καλοσύνη από τη μία πλευρά (η θετική στάση απέναντι στη ζωή) αλλά και το αβάσταχτο βάρος του που νιώθει ο ποιητής αφού αντί να τον λυτρώνει η ποίησή του του έχει γίνει δυσβάσταχτο βάρος.

Σημείωση: Η μεταφορά των στίχων 3-4 αποτελεί παράλληλα και μια οσφρητική εικόνα στην οποία τον πρώτο ρόλο έχει η αίσθηση της όσφρησης και σε δεύτερο πλάνο η αίσθηση της όρασης. Αυτή η ταυτόχρονη ενέργεια δύο αισθήσεων στην ποίηση ονομάζεται συναισθησία.

2η στροφή

Τίτλος: Η αδυναμία του ποιητή να ανταποκριθεί στην ερωτική ατμόσφαιρα που προβάλλεται στην πρώτη στροφή.

ΑΝΑΛΥΣΗ

Η μεταφορά με την οποία αρχίζει η δεύτερη στροφή δείχνει την ψυχική διάθεση του ποιητή και εκφράζει την αδυναμία του ποιητή να ανταποκριθεί στην ερωτική ατμόσφαιρα που προβάλλεται στην πρώτη στροφή. Έτσι αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε ότι ανατρέπεται το ευχάριστο κλίμα της προηγούμενης στροφής. Δηλώνει ο ποιητής πως έχει σπασμένα φτερά, δηλαδή δεν μπορεί να χαρεί τον έρωτα, αφού δεν έχει ξεπεράσει τις αναστολές του. Έτσι, ακυρώνονται οι ερωτικές προκλήσεις της πρώτης στροφής και το μόνο που μένει είναι το αίσθημα της ματαίωσης και της συνακόλουθης μελαγχολίας.

Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο ποιητής είναι απλή δημοτική με κάποια στοιχεία καθαρεύουσας (σκέψις). Το πιο αξιοσημείωτο γλωσσικό γνώρισμα είναι η χρήση του α ενικού προσώπου το οποίο δίνει έναν εξομολογητικό και προσωπικό τόνο.

Η στιχουργική του ποιήματος

Το ποίημα αποτελείται από δύο άνισες ως προς τον αριθμό των στίχων στροφές. Το μέτρο του ποιήματος είναι ιαμβικό, αλλά οι στίχοι δεν έχουν μεταξύ τον ίδιο αριθμό συλλαβών. Υπάρχουν ορισμένες ομοιοκαταληξίες, οι οποίες όμως είναι ακανόνιστες και μοιάζουν σχεδόν τυχαίες. Ο στίχος είναι ελεύθερος.

Η ατμόσφαιρα του ποιήματος

Στο ποίημα δημιουργείται με την κατάλληλη επιλογή λέξεων και εικόνων μία ατμόσφαιρα μαγείας, την οποία ο ποιητής μας αντιλαμβάνεται, αλλά δεν συμμερίζεται, όπως φαίνεται προπάντων από την τελευταία στροφή. Επιπλέον ο ποιητής χαλά την ερωτική ατμόσφαιρα με τον αυτοσαρκασμό των δύο τελευταίων στίχων της πρώτης στροφής. Στο ίδιο σημείο ο ποιητής μας εκφράζει και την απαισιοδοξία του γι’ αυτό που ο ίδιος θεωρεί ως το καταφύγιό του, δηλαδή την ποιητική τέχνη, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν έχει τελικά ουσιαστική αξία για τη ζωή.

 

Τα ζα. Στ. Μυριβήλης

Οι απαντήσεις στο φύλλο εργασίας

https://youtu.be/w8Pl5eki98s

Ακούστε το αρχείο. Σας διαβάζω το κείμενο

 

 

Τα ζα (Η ζωή εν Τάφω)              Στράτης Μυριβήλης

Εισαγωγικά:  Ο Στρατής Μυριβήλης είναι από τους βασικότερους αντιπροσώπους της γενιάς του ΄30 (βλέπε νεώτερη ποίηση-γενιά του ΄30) και από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής αντιπολεμικής λογοτεχνίας. Η  «ζωή εν Τάφω» εντάσσεται στη χωρία όλων εκείνων των έργων της ευρωπαϊκής αντιπολεμικής λογοτεχνίας που εξέφρασαν με τον πιο γλαφυρό και ρεαλιστικό τρόπο τη φρίκη και τον παραλογισμό του πολέμου. Ο ίδιος ο συγγραφέας είχε λάβει μέρος στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και τη μικρασιατική καταστροφή και ουσιαστικά στο έργο του εκφράζει το προσωπικό βίωμα της φρίκης των χαρακωμάτων

Σημείωση: Το μεγαλύτερο μέρος του έργου παρουσιάζεται ως το ημερολόγιο του λοχία Αντώνη Κωστούλα κατά τη διάρκεια του α΄ παγκοσμίου πολέμου στα χαρακώματα της Μακεδονίας. Είναι οι επιστολές που έστελνε στην αγαπημένη του, ένα είδος πολεμικών ανταποκρίσεων που εκφράζουν την αγανάκτηση για τον παραλογισμό του πολέμου. Στην πραγματικότητα Ο λοχίας Κωστούλας είναι το προσωπεἰο πίσω από το οποίο «κρύβεται» ο ίδιος συγγραφέας που πολέμησε στο μακεδονικό μέτωπο.

 

Θέμα του αποσπάσματος είναι η αγριότητα και ο παραλογισμός του πολέμου όχι μόνο για τους ανθρώπους αλλά και τα ανυπεράσπιστα ζώα.

Χωρίστε τις ενότητες στο βιβλίο σας

Δομή –Θεματικά κέντρα

 

1η αφηγηματική σκηνή (Τα ζα…..Ανθρώπων)

Άνθρωποι και ζώα αντιμέτωποι με τον παραλογισμό του πολέμου

2η αφηγηματική σκηνή (Η μεραρχία μας…..της Μεραρχίας μας.)

Η ταλαιπωρία των ζώων κατά τη μετάβασή τους στον πόλεμο.)

3η αφηγηματική σκηνή (Τα ζα…παραδώσει)

Η ανάπαυλα των ζώων μετά το κουραστικό ταξίδι και η μαζική εξόντωση τους

4η αφηγηματική σκηνή (Ένας….ματωμένες)

Η κωμικοτραγική σκηνή του ημιονηγού

Διαβάστε την 1η σκηνή και δείτε αν μπορείτε να απαντήσετε στις ερωτήσεις κατανόησης

1η αφηγηματική σκηνή

Εδώ ο αφηγητής συγγραφέας εκφράζει την αγανάκτησή σου που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τα ζώα στον πόλεμο και συγκρίνει την τύχη των πρώτων με τα δεύτερα.

Χαρακτηριστικά παρουσιάζει τα αίτια των πολέμων αποδίδοντάς τα στις ανθρώπινες αδυναμίες:¨έχουμε  τις αδυναμίες μας, τις ιδεολογίες μας….τις μεγαλομανίες μας και τους ενθουσιασμούς μας.) Με ειρωνικό ύφος καταλήγει:¨απ΄ όλα αυτά μαγειρεύεται ο πόλεμος¨ . Με αίσθημα ντροπής αλλά και ενοχής ομολογεί ότι στο παιγνίδι του πολέμου οι άνθρωποι είναι σε πλεονεκτική θέση αφού είναι επιλογή τους και μάλιστα έχουν διάφορα μέσα αυτοπροστασίας(πονηριές…λιποταξίες). Είναι λοιπόν εύλογη η απορία αλλά και ερώτηση: Όμως τα΄ αγαθά τα ζα που τα επιστρατεύουμε να κάνουν μαζί μας τον πόλεμο; Σε σύγκριση λοιπόν με τους ανθρώπους τα ζώα δεν έχουν τρόπο να προστατεύσουν τον εαυτό τους και γίνονται τα αθώα θύματα του παραλογισμού των ανθρώπων.

Ερωτήσεις κατανόησης 1ης σκηνής 

Ο συγγραφέας παρουσιάζει τα αίτια των πολέμων. Πού τα αποδίδει;

Ποια είναι τα υλικά με τα οποία ¨μαγειρεύεται” ο πόλεμος;

Τα ζώα ή οι άνθρωποι είναι σε πλεονεκτική θέση στον πόλεμο και γιατί;

 

Διαβάστε την 2η σκηνή και δείτε αν μπορείτε να απαντήσετε στις ερωτήσεις κατανόησης

2η αφηγηματική σκηνή

Εδώ ουσιαστικά περιγράφεται η περιπέτεια των ζώων από τη στιγμή που έφυγαν από το νησί ως την άφιξή τους στα χαρακώματα της Μακεδονίας στο χωριό κούπα.:Η «περιπέτεια» αυτή ακολουθεί τα εξής στάδια:

  • Φόρτωμα των γαϊδουριών στα βαπόρια (τους μπάσανε στα βαπόρια)
  • Ξεφόρτωμα των ζώων στη Θεσσαλονίκη με το γερανό ξεφορτώνανε στη Θεσσαλονίκη, τους αρπούσε το βίντσι…)
  • Πέρασμα στη Μακεδονία και άφιξη στην Κούπα. (Κατόπι….Μεραρχία μας.)

 

Η περιγραφή της «περιπέτειας» γίνεται με «όπλο»την ρεαλιστική περιγραφή των εικόνων (οπτικές και κυρίως κινητικές).

 

  • Αυτό τους ξετρέλαινε
  • Η τρομάρα  τους ήταν εκπληκτικά ζωγραφισμένη μέσα στα έξαλλα μάτια τους.
  • Κλωτσούσαμε….φρουμάζανε….στριφογύριζαν τους βολβούς….

Ερωτήσεις κατανόησης 2ης σκηνής 

Εδώ περιγράφεται η περιπέτεια των ζώων: Από πού έφυγαν τα ζώα και πού τα πήγαν;

Σημειώστε πάνω στο βιβλίο σας τα στάδια της περιπέτειάς τους

Ποιο εκφραστικό μέσο χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να περιγράψει την περιπέτεια;

 

Διαβάστε την 3η σκηνή και δείτε αν μπορείτε να απαντήσετε στις ερωτήσεις κατανόησης

3η αφηγηματική σκηνή

Αποτελεί το κέντρο της αφήγησης η περίφημη αυτή σκηνή όπου περιγράφεται κατ΄ αρχήν με λυρικούς τόνους η ξεκούραση και η γενετήσια απόλαυση των ζώων ως προανάκρουση του μαζικού αφανισμού τους, που δίδεται σκόπιμα με ωμό ρεαλισμό.

Προφανώς οι ειδυλλιακές σκηνές της απόλαυσης έρχονται σε αντίθεση με την ωμές σκηνές θανάτου, που έτσι προβάλλουν έντονα το αντιπολεμικό μήνυμα του αφηγητή συγγραφέα. Οι εικόνες είναι ηχητικέςκαι κυρίως οπτικές:

Απέναντι στον λυρισμό της απόλαυσης ακολουθεί ο ρεαλισμός του φρικτού μακελειού που αποδίδει με τον πιο παρασιτικό τρόπο τις αντιδράσεις των αθώων και ανυποψίαστων ζώων:

Ένα αεροπλάνο ξεκίνησε….χαράδρα

  • Τα ζα ξεκοιλιάστηκαν
  • Ανετρίχιαζαν , τρέμανε τα ρουθούνια τους, …..τσακισμένα δόντια
  • Ψοφούσανε και αναστέναζαν….πόνους
  • Ξεψυχούσαν σιγά,σιγά…παραδώσει.

 

Σημείωση: Η συγκεκριμένη σκηνή με την λυρική περιγραφή της απόλαυσης των ζώων μας παραπέμπει στην ομόλογη σκηνή από το β΄ σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων  του Σολωμού (βλέπε σελ. 61 σχολικού βιβλίου)

Ερωτήσεις κατανόησης 3ης σκηνής 

Τα ζώα ξεκουράζονται. Είναι άνοιξη και γεννιέται μέσα τους η επιθυμία για ζευγάρωμα. Υπογραμμίστε στο βιβλίο τις φράσεις που δείχνουν τη χαρά και την απόλαυση

Μετά έρχεται το μακελειό: Υπογραμμίστε στο βιβλίο τις φράσεις που δείχνουν το μακελειό

Βρείτε τα δυο πιο ισχυρά εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να δείξει τη φρίκη του πολέμου.

 

Διαβάστε την 4η σκηνή και δείτε αν μπορείτε να απαντήσετε στις ερωτήσεις κατανόησης

4η αφηγηματική σκηνή

Δεν θα μπορούσε πιο πειστικά να μας δώσει ο αφηγητής συγγραφέας τον παραλογισμό στον οποίο μπορεί να οδηγήσει ο πόλεμος τον άνθρωπο, από την συγκεκριμένη σκηνή του πανικόβλητου ημιονηγού που τρέχει μέσα στο βομβαρδισμό σέρνοντας με το χαλινάρι το κεφάλι ενός γαιδάρου, χωρίς να έχει αντιληφθεί ότι το ζώο έχει αποκεφαλιστεί’

Η σκηνή είναι κωμικοτραγική, αφού από τη μια παρακολουθούμε τον αλλόφρονα ημιονηγό να τραβάει το ζώο με τη βεβαιότητα ότι το έχει σώσει και από την άλλη το γιουχάισμα των φαντάρων(η γιούχα της φανταριας),  που παρακολουθεί το αλλόκοτο κα αφύσικο θέαμα.

Η καταληκτική πρόταση είναι η κορυφαία έκφραση λυρισμού αλλά και ρεαλισμού.

Το ζώο μέσα στα κλειδωμένα του δόντια (είναι κλειδωμένα γιατί θάνατος τα έκλεισε για πάντα) κρατούσε ακόμη μια τούφα κίτρινες μαργαρίτες, απομεινάρια της απόλαυσης και της πανδαισίας των αισθήσεων, σημάδι ότι ο θάνατος τα βρήκε ανυποψίαστα την ώρα που γεύονταν τη ζωή(αντίθεση).

Οι μαργαρίτες που κόπηκαν είναι σύμβολο χαράς και ζωής είναι όμως ματωμένες(αντίθεση).Το αίμα που τις πότισε συμβολίζει το θάνατο που ήρθε απρόσμενα ίσως όμως και τη ζωή που διεκδικεί τη θέση της μέσα στη χειρότερη φρίκη.

Ερωτήσεις κατανόησης 4ης σκηνής

Με ποια σκηνή ο συγγραφέας μας δείχνει τον παραλογισμό του πολέμου;

“Μέσα στα κλειδωμένα δόντια του το ζο κρατούσε ακόμα μια τούφα κίτρινες μαργαρίτες ματωμένες.” Τι συμβολίζουν οι μαργαρίτες; Τι συμβολίζουν οι ματωμένες μαργαρίτες; Θεωρείτε τη φραση αυτή έκραση θανάτου ή ζωής;

Στοιχεία αφηγηματικής τεχνικής

Χώρος: κάποιο νησί, η Θεσσαλονίκη και το Μέτωπο της Μακεδονίας

Χρόνος:Α΄ παγκόσμιος πόλεμος

Η αφήγηση είναι γραμμική και ο αφηγητής συμμετέχει στα γεγονότα (ως δευτερεύον πρόσωπο), εναλλάσσοντας το α΄ πρόσωπο ενικό με το α΄ πληθυντικό. Στην α΄ περίπτωση εκφράζει πιο προσωπικές απόψεις,(Θαρρώ, στοχάζομαι) ενώ στη β΄ περίπτωση εκφράζεται ως μέλος του συλλογικού εμείς(η Μεραρχία μας, μαζίμας, της Μεραρχίας μας). Ωστόσο υπάρχουν σκηνές (ο βομβαρδισμός στη χαράδρα)όπου φαίνεται ότι ο αφηγητής αποσύρεται και η αφήγηση μοιάζει τριτοπρόση

Εργαζόμαστε πάνω στο φύλλο εργασίας

TaZa_Fyllo_ergasias

Πηγή: http://6ogymnasio.gr/www/Blog/10_

Καβάφης/ «Στα 200 π.Χ.»

 

 

Κωνσταντίνος Καβάφης

«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»

Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».

Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.

Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·
και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.

Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.

Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.

Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!

Το ποίημα αυτό είναι το προτελευταίο που δημοσίευσε ο Καβάφης (1931) και ανήκει στα λεγόμενα ιστορικά.

Θέμα

Ο Κ. Π. Καβάφης με τον τίτλο του ποιήματος και με τα λόγια περηφάνιας ενός ανώνυμου ομιλητή («Εμείς οι Αλεξανδρείς…») ορίζει το θέμα του: η ακμή και η παρακμή δύο κόσμων και τρόπων ζωής (της Σπάρτης με τη φυλετική αξιοπρέπεια και εγωισμό και του Ελληνισμού των Ελληνιστικών βασιλείων).

Ιστορικό πλαίσιο

α) Ο πρώτος στίχος του ποιήματος αποτελεί μέρος της επιγραφής με την οποία αφιερώθηκαν απ’ τον Αλέξανδρο στον Παρθενώνα τα λάφυρα από τη μάχη του Γρανικού (334 π.Χ.). Ο Καβάφης την αρχή της επιγραφής την παίρνει από τον ιστορικό Αρριανό: «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων, από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων.»

β) Ο τίτλος του παραπέμπει σε μια κρίσιμη ιστορική καμπή (200 π.Χ.) δέκα χρόνια πριν από την καταστροφική Μάχη της Μαγνησίας (190 π.Χ), που οριστικοποίησε την επικράτηση των Ρωμαίων και την υποταγή των Ελληνιστικών Βασιλείων σ’ αυτούς.

γ) Πολλοί μελετητές συνέδεσαν το θέμα του ποιήματος με ιστορικά γεγονότα της εποχής του Καβάφη (Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922).

Ανασκόπηση ιστορικών γεγονότων

α) Εποχή Μ. Αλεξάνδρου

  • Συνέδριο της Κορίνθου (337 π.Χ.): Πανελλήνια Ένωση
  • Μάχη στον Γρανικό ποταμό (334 π.Χ.)
  • Μάχη στην Ισσό (333 π.Χ.)
  • Μάχη στα Γαυγάμηλα (331 π.Χ.)
  • Η ίδρυση των ελληνιστικών κρατών μετά τη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.): Βασίλειο της Αιγύπτου, Βασίλειο της Συρίας, Βασίλειο της Βακτριανής και της Παρθίας.

β) Ελληνιστκή εποχή 

  • Μάχη της Μαγνησίας (190 π.Χ.): κατάληψη της Μ. Ασίας από τους Ρωμαίους και σταδιακή υποταγή όλης της ελληνιστικής Ανατολής.

γ) Σύγχρονη εποχή

Ο χρόνος της αφήγησης

Διακρίνουμε τρία χρονικά επίπεδα:

α) 334 π.Χ: έτος της νίκης στον Γρανικό ποταμό και της αποστολής στην Αθήνα των λαφύρων με τη γνωστή επιγραφή.

β) 200 π.Χ.:  Ένας Έλληνας του «νέου» κόσμου διαβάζει αρχικά την επιγραφή και αξιολογεί τα γεγονότα του παρελθόντος. Στη συνέχεια εξυμνεί τη δημιουργία του νέου ελληνικού κόσμου και την εξάπλωσή του σ’ έναν τεράστιο γεωγραφικό χώρο. Όμως ο φανταστικός Έλληνας αφηγητής αδυνατεί να συλλάβει ότι αυτός ο κόσμος βρίσκεται στο κατώφλι της παρακμής του και της ρωμαϊκής κυριαρχίας.

γ) 1931: χρόνος γραφής του ποιήματος (αναφορά στον εθνικό διχασμό, στους βαλκανικούς πολέμους, στη συνθήκη των Σεβρών και στη μικρασιατική καταστροφή).

Νοηματική ανάλυση

Ο Καβάφης στο ποίημα «Στα 200 π.Χ.» δημιουργεί έναν αριστουργηματικό έπαινο για τα κατορθώματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που με τόση αποτελεσματικότητα συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β΄.

Το ποίημα μας δίνεται ως αξιολόγηση όσων πέτυχε ο Αλέξανδρος, από την οπτική ενός Έλληνα που ζει στα 200 π.Χ., λίγο προτού δηλαδή οι Ρωμαίοι αρχίσουν την επέλασή τους στο ελληνικό έδαφος και το έργο του Αλεξάνδρου αρχίσει να καταρρέει.
Ο ανώνυμος αφηγητής καταγράφει με θαυμασμό τα εντυπωσιακά επιτεύγματα του Αλεξάνδρου, την εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και την άρνηση των Σπαρτιατών να συμμετάσχουν στην πανελλήνια προσπάθεια.
Η άρνηση των Σπαρτιατών που έγινε σεβαστή από τον Αλέξανδρο και που τότε έμοιαζε απολύτως δικαιολογημένη, όταν εξετάζεται υπό το πρίσμα της συνολικής επιτυχίας των Ελλήνων μοιάζει περισσότερο με έλλειψη διορατικότητας από την πλευρά των Σπαρτιατών και αδυναμία αποδοχής των αλλαγών που έφερνε η δράση του μεγάλου Μακεδόνα.

«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»

Μετά την πρώτη του νίκη κατά των Περσών, στον Γρανικό ποταμό (Μάιος/Ιούνιος 334 π.Χ.), ο Αλέξανδρος έστειλε στην Αθήνα 300 πανοπλίες από τα λάφυρα του πολέμου, αφιερωμένες στην Αθηνά. Με την κίνησή του αυτή ο Αλέξανδρος θέλησε ίσως να τονίσει τον πανελλήνιο χαρακτήρα της εκστρατείας του, γι’ αυτό και προτίμησε να στείλει τα δώρα αυτά στην Αθήνα και όχι στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Πέλλα, που ήταν παράλληλα και πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους.
Ο Αλέξανδρος ήταν ευφυής και κατανοούσε πως ήταν προς όφελός του η διατήρηση της αίσθησης πως η εκστρατεία αυτή εξέφραζε μια πανεθνική επιθυμία, ανεξάρτητα από τις προσωπικές του φιλοδοξίες.

Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».

Ο Αλέξανδρος σεβάστηκε την επιθυμία των Σπαρτιατών να μη συμμετάσχουν στην εκστρατεία μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, φρόντισε όμως να τονίσει μετά την πρώτη του νίκη, πως το κατόρθωμα αυτό επιτεύχθηκε χωρίς τη βοήθειά τους. Οι Σπαρτιάτες, που θεωρούσαν ότι ήταν οι καλύτεροι πολεμιστές, γι’ αυτό και δε δέχονταν να συμμετέχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις αν δεν είχαν αυτοί τον έλεγχο, έπαιρναν τώρα το μήνυμα του Αλεξάνδρου, πως οι Έλληνες μπορούσαν να κερδίσουν τις μάχες που ανέλαβαν χωρίς να χρειάζονται Σπαρτιάτες στρατηγούς.
Οι Σπαρτιάτες το πιθανότερο είναι πως θα αδιαφόρησαν για την αναφορά αυτή του Αλεξάνδρου, καθώς οι αρχές τους ήταν δεδομένες και δεν είχαν κανένα λόγο να υποχωρήσουν τώρα μπροστά στη θέληση του Μακεδόνα. Για τους Σπαρτιάτες ήταν θέμα τιμής να ηγούνται των πολεμικών επιχειρήσεων και η αναγνώριση της υπεροχής τους στα στρατιωτικά ζητήματα ήταν απαράβατος όρος για τη διασφάλιση της συμμετοχής τους. Άλλωστε, πόσο σημαντική θα μπορούσε να είναι μια εκστρατεία που γινόταν χωρίς την πολύτιμη συμβολή τους; Πόσα να κατορθώσει ένας νεαρός Μακεδόνας, χωρίς τη δική τους καθοδήγηση;
Χωρίς δεύτερη σκέψη, επομένως, προτιμούσαν το «πλην Λακεδαιμονίων» στην αναθηματική επιγραφή του Αλεξάνδρου. Από το να τεθούν υπό τις διαταγές κάποιου άλλου, από το να υποστούν μια τέτοια ταπείνωση, προτιμούσαν να αποκλειστούν του επαίνου που τώρα διεκδικούσε ο Αλέξανδρος.

Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.

Ο ποιητής, όπως και ο Αλέξανδρος εκείνα τα χρόνια, αντιλαμβάνεται και αποδέχεται τη στάση των Σπαρτιατών. Η εμμονή στις αρχές τους, η απροθυμία τους να προδώσουν τους κανόνες με τους οποίους κινούνταν για τόσα χρόνια, ήταν απολύτως κατανοητή από τους υπόλοιπους Έλληνες. Η στάση τους νοιώθεται, γίνεται αντιληπτή και σεβαστή, αλλά καθώς θα γίνεται σταδιακά εμφανής η διάσταση που πήρε η προσπάθεια του Αλεξάνδρου, καθώς θα ξεδιπλώνεται η έκταση της αυτοκρατορίας του, τόσο θα γίνεται κατανοητό πως η επιμονή των Σπαρτιατών τους άφησε τελικά αποκλεισμένους από το μεγαλύτερο κατόρθωμα των Ελλήνων.

Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·
και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.

Χωρίς τους Σπαρτιάτες, λοιπόν, -το τονίζει εκ νέου ο ποιητής- ο Αλέξανδρος ξεκίνησε τη νικηφόρα του πορεία κατά των Περσών από τον Γρανικό (334 π.Χ.), συνέχισε στην Ισσό (333 π.Χ.) και εν τέλει τους συνέτριψε στα Γαυγάμηλα (1η Οκτωβρίου 331 π.Χ.). Ο Καβάφης αποφεύγει για ποιητικούς λόγους το τοπωνύμιο Γαυγάμηλα και προτιμά να αναφερθεί στα Άρβηλα, περιοχή πολύ κοντά στα Γαυγάμηλα.
Ο αποκλεισμός των Σπαρτιατών τονίζεται από τον ποιητή, καθώς όσο περισσότερο αποκαλύπτεται η επιτυχία του Αλεξάνδρου, τόσο αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα η άρνησή τους να συμμετάσχουν στην πανελλήνια εκστρατεία.

Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.

Ο Καβάφης που δε χρησιμοποιεί συχνά επίθετα στην ποίησή του, εδώ παραθέτει πέντε στη σειρά για να εκφράσει το θαυμασμό για την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, (νικηφόρα, περίλαμπρη, περιλάλητη, δοξασμένη, απαράμιλλη). Μια δικαιολογημένη εξύμνηση της εκστρατείας αυτής που έμελε να σταθεί στο σημαντικότερο κατόρθωμα των Ελλήνων και καθιέρωσε τον Αλέξανδρο ως τον γνωστότερο και πιο τιμημένο Έλληνα στρατηγό. Ο Καβάφης, βέβαια, δεν αναφέρεται τόσο στο στρατιωτικό σκέλος της εκστρατείας αυτής, όσο στο γεγονός ότι μέσα από την προσπάθεια του Αλεξάνδρου γεννήθηκε ένας καινούριος, σημαντικότατος, ελληνικός κόσμος.
Ο αλεξανδρινός ποιητής αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Αλέξανδρου τον εθνάρχη, τον δημιουργό του θαυμάσιου ελληνικού κόσμου που απλώθηκε σε πρωτόγνωρο βαθμό χάρη στην τακτική του Μακεδόνα βασιλιά να προσεγγίσει τους λαούς που κατέκτησε ως απελευθερωτής και όχι ως κατακτητής.

Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.

Εμείς, λέει ο ποιητής, εντάσσοντας πολύ λογικά και τον εαυτό του στους Έλληνες που προέκυψαν μέσα από το έργο του Αλεξάνδρου.
Ελληνικές πόλεις δημιουργήθηκαν στην Αίγυπτο και την Ασία, δημιουργώντας ένα εκτεταμένο χώρο κυριαρχίας του ελληνικού πολιτισμού. Αλεξανδρινοί, Αντιοχείς, Σελευκίδες αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες στα εδάφη της Περσίας, οφείλουν την παρουσία του ελληνικού πολιτισμού και την ευκαιρία που τους δόθηκε να ζήσουν ως Έλληνες, στο έργο του Αλεξάνδρου. Οι ελληνικές δυναστείες των επιγόνων του Αλεξάνδρου δε θα είχαν δημιουργηθεί ποτέ αν ο ευφυέστατος αυτός Έλληνας δεν είχε τολμήσει και δεν είχε επιτύχει το σπουδαίο αυτό έργο.

Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.

Η αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου έφτασε μέχρι την Ινδία, καλύπτοντας μια τεράστια έκταση, όπου χάρη στην ευρηματική στάση του Μακεδόνα, οι ντόπιοι όχι μόνο δεν αντιστάθηκαν στην επέλαση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά υιοθέτησαν την ελληνική γλώσσα και άφθονα στοιχεία από τους τρόπους των Ελλήνων.
Ο Αλέξανδρος «με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών» αντί να παρουσιαστεί ως κατακτητής, εμφανίστηκε ως ελευθερωτής και προσέφερε την ευκαιρία στους ντόπιους να γνωρίσουν το θαύμα του ελληνικού πολιτισμού. Με γάμους Ελλήνων στρατιωτών με ντόπιες γυναίκες, με το γόνιμο ανακάτεμα της ελληνικής θρησκείας με τις ντόπιες θεότητες, καθώς και με τη διάδοση της ελληνικής παιδείας ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να θέσει ισχυρά θεμέλια για την υιοθέτηση και διατήρηση στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
Ο Αλέξανδρος φρόντισε να εισάγει ελληνικούς τρόπους με έμμεσο τρόπο και όχι με τη βία, ώστε οι ντόπιοι να σταθούν με θετικό τρόπο απέναντι στο νέο πολιτισμό που τους παρουσιαζόταν.
Η ελληνική γλώσσα δίνεται με κεφαλαία από τον ποιητή, καθώς για εκείνον ήταν από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Αλεξάνδρου, το γεγονός ότι βοήθησε στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας σε μια τόσο εκτεταμένη περιοχή. Για τον ποιητή η ελληνική γλώσσα είναι βασικότατο στοιχείο του πολιτισμού μας, γι’ αυτό και αναφέρεται στην εξάπλωσή της με ιδιαίτερη συγκίνηση.

Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!

Με σχήμα κύκλου ο Καβάφης μας επιστρέφει στην αρχική διαπίστωση, στον αποκλεισμό δηλαδή των Σπαρτιατών από τη συγκλονιστική και αξεπέραστη αυτή προσπάθεια των Ελλήνων.
Οι Σπαρτιάτες που τόσο δικαιολογημένα στάθηκαν συνεπείς στις αρχές τους, μοιάζουν τώρα σχεδόν ασήμαντοι μπροστά στο μεγαλειώδες αυτό ελληνικό επίτευγμα.

Η δίσημη χρήση της ειρωνείας στο ποίημα

Ένα από τα σημεία που δημιουργούν ιδιαίτερη εντύπωση κατά την ανάγνωση του ποιήματος είναι η ειρωνική αντιμετώπιση των Λακεδαιμονίων από τον ποιητή. Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, βέβαια, γίνεται κατανοητό πως ο ποιητής, ως Έλληνας της Αλεξάνδρειας ο ίδιος, αισθάνεται πως οφείλει σε μεγάλο βαθμό την ταυτότητά του στο έργο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, γι’ αυτό κι επανέρχεται με ειρωνικό τρόπο στους Σπαρτιάτες, που με σαφή έλλειψη διορατικότητας απείχαν απ’ τη μεγαλύτερη ελληνική εκστρατεία.

Εντούτοις, σε μια δεύτερη ανάγνωση διαπιστώνουμε πως οι αναφορές στους Σπαρτιάτες διατηρούν κεντρική θέση στο ποίημα, το οποίο, άλλωστε, ξεκινά και ολοκληρώνεται με σχετική μνεία στους Λακεδαιμόνιους. Επομένως, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως αν ο ποιητής ήθελε πράγματι να τους υπονομεύσει, δε θα αναφερόταν τόσο συχνά και τόσο εμφατικά στη δράση τους.

Άρα ό,τι αρχικώς μοιάζει με μια ειρωνική στάση απέναντι στους Σπαρτιάτες, που δε συμμετείχαν στη μεγάλη ελληνική εκστρατεία, στην πραγματικότητα είναι μια συγκαλυμμένη υπόμνηση της ιδιαίτερης αξίας των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι έστω κι αν στα χρόνια του Αλεξάνδρου είχαν περιέλθει σε παρακμή, όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαν συμβάλλει με κάθε τρόπο στην προάσπιση του ελληνικού χώρου.

Η σκέψη, επομένως, του Μεγάλου Αλεξάνδρου να τονίσει την απροθυμία των Σπαρτιατών να λάβουν μέρος στην εκστρατεία του, δεν ήταν παρά ένα ολίσθημα, εφόσον μοιάζει να μην αναγνωρίζει πόσο πολύτιμη υπήρξε η αρωγή τους τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι, οι Σπαρτιάτες που τώρα δε συμμετέχουν, είναι εκείνοι που συνέβαλαν αποφασιστικά στην άμυνα των Ελλήνων, όταν δέχονταν την επίθεση των Περσών, είναι εκείνοι που με αιματηρούς αγώνες διατήρησαν την ανεξαρτησία των Ελλήνων κι έδωσαν στον στρατηλάτη τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει το δικό του άθλο.

Ο Καβάφης, αν και Αλεξανδρινός, αν και με μεγάλη εκτίμηση για τη δράση του Αλεξάνδρου, δε δέχεται ωστόσο αυτήν την αγνωμοσύνη που τόσο συχνή είναι στους ανθρώπους. Όπως ο Αλέξανδρος εκμηδενίζει -ή τουλάχιστον νομίζει ότι εκμηδενίζει- τους Σπαρτιάτες με το «πλην Λακεδαιμονίων», έτσι και πολλοί άνθρωποι εμφανίζονται είτε από άγνοια της ιστορίας τους είτε από αχαριστία ν’ αδιαφορούν και να μην εκφράζουν την προσήκουσα εκτίμηση για την πολύτιμη προσφορά των προγόνων τους, των ανθρώπων γενικότερα που έδρασαν πριν από αυτούς ή ακόμη και των ίδιων των γονιών τους.

Phgh: http://latistor.blogspot.com/2010/11/200.html#ixzz41rqccHAi

 

 

 

Ενότητες

1η (στ. 1):         Η επιγραφή που συνόδευε τα λάφυρα από τη μάχη του Γρανικού

2η (στ. 2-12):   Η «στάσις» των Λακεδαιμονίων

3η (στ. 13-23): Η θαυμαστή πανελλήνια εκστρατεία

4η (στ. 24-31): Οι συνέπειες από την πανελλήνια εκστρατεία

5η (στ. 32):       Απαξιωτικό σχόλιο για τη στάση των Λακεδαιμονίων

ΙΔΕΕΣ – ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

 Η πανελλήνια εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου

Ο ομιλητής υμνεί μ’ έναν καταιγισμό από επίθετα την πανελλήνια εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου και τη δημιουργία του νέου ελληνικού κόσμου. Δίνει έμφαση:

α) στη μεγάλη σε έκταση διασπορά του Ελληνισμού (“με τες εκτεταμένες επικράτειες”)

β) στον κοσμοπολιτισμό που χαρακτηρίζει τον τρόπο ζωής των κατοίκων των νέων βασιλείων (η ελληνιστική εποχή ήταν ένα χωνευτήρι διαφόρων πολιτιστικών στοιχείων)(“με την ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών”)

γ) στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας μέχρι τη Βακτριανή και τους Ινδούς.(“Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά”)

Τα δύο τελευταία είναι ίσως και πιο σημαντικά, μιας και θα επιβιώσουν για πολλές γενιές (ακόμα και μετά το 200 π.Χ., όταν δηλαδή η ελληνική επικράτεια έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων) Η ελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός εςπιβιώνουν ως και το 1931, με ζωντανή απόδειξη τον ίδιο τον Καβάφη, που είναι ένας Έλληνας της διασποράς.

Αυτός ο «νέος κόσμος» που υμνήθηκε από τον σχολιαστή της επιγραφής θα έχει την ίδια μοίρα με τους Σπαρτιάτες. Ωστόσο, αυτό για το οποίο καυχιέται ο ομιλητής, η μεγάλη δηλαδή διάδοση της γλώσσας και του ελληνισμού θα έχει αντικειμενική υπόσταση και θα ζήσει για πολλές γενιές ακόμη.

 Η στάση των Λακεδαιμονίων

Ο αφηγητής-ομιλητής, με την προοπτική που του δίνει η χρονική απόσταση και η επιτυχία της πανελλήνιας εκστρατείας, κρίνει ειρωνικά και αυστηρά την αντίδραση των Σπαρτιατών. Ο εγωισμός και η περηφάνια τους, η αλαζονική στάση τους απέναντι στους άλλους Έλληνες και η αξίωση που είχαν να αναγνωρίζουν οι υπόλοιποι Έλληνες τη μοναδικότητά τους, τους οδήγησε σε μια αδυναμία να προσαρμοστούν στις νέες ιστορικές καταστάσεις που θα επιφέρει η πανελλήνια εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου. Η στάση τους παρουσιάζεται όχι μόνο η ‘πρέπουσα’ αλλά και η ‘επιβεβλημένη’ από τον χαρακτήρα και τον τρόπο ζωής τους. Ωστόσο, ο ομιλητής, αν και κατανοεί συγκαταβατικά και ειρωνικά την άκαμπτη στάση τους, τούς κατηγορεί, που τυφλωμένοι από το παρελθόν δεν μπόρεσαν να διακρίνουν τον «ελληνικό καινούριο κόσμο» που γεννιόταν.

Αν στο στ. 12 ο σχολιαστής της επιγραφής προσποιείται ότι κατανοεί την πεισματική στάση των Σπαρτιατών, στον στ. 32 θαμπωμένος από την ανωτερότητα του «νέου κόσμου», αδιαφορεί γι αυτούς ίσως και τους περιφρονεί.

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

 

 Γλώσσα

Η γλώσσα πλησιάζει την κοινή δημοτική αλλά με αρκετούς λόγιους τύπους (πχ «ήσαν», «υπηρέτας», «οι εν Περσίδι», «βασιλέα», κλπ.)

Ύφος

Σκόπιμα κομπαστικό, ρητορικό, επιτηδευμένο, για να εκφράσει την περηφάνια του φανταστικού ομιλητή για τα κορυφαία επιτεύγματα που δημιούργησε η πανελλήνια εκστρατεία.

Σε αντίθεση με το γνωστό λιτό και πεζολογικό ύφος του Καβάφη, σκόπιμα παρατίθενται πολλά σημαντικά επίθετα, που με την έμφαση και τον θριαμβικό τους τόνο δίνουν την έπαρση του λόγου και της σκέψης του σχολιαστή της επιγραφής. Στη μακρά παράθεση εμφατικών επιθέτων βρίσκεται κρυμμένη έντεχνα η καυστική ειρωνεία του ποιητή.

Αφήγηση

Το ποίημα είναι γραμμένο σε α΄ πληθυντικό πρόσωπο («εμείς οι Αλεξανδρείς…») και έχει μορφή μονολόγου. Αφηγητής του ποιήματος (η παρουσία του γίνεται αντιληπτή για πρώτη φορά στον στ. 21: «βγήκαμε εμείς») είναι ένας Έλληνας που εκπροσωπεί, (γι αυτό χρησιμοποιεί το α΄ πληθυντικό πρόσωπο) τον ελληνικό πληθυσμό των ελληνικών βασιλείων (στα 200 π.Χ.) και που καυχιέται για τη δύναμη και την ακμή του «δοξασμένου κόσμου» του, περιφρονώντας ταυτόχρονα τους ξεπεσμένους Λακεδαιμόνιους.

 Μετρική

Πέντε στροφές, 32 ιαμβικοί στίχοι.

Υπάρχουν διασκελισμοί (= το νόημα ενός στίχου συνεχίζεται στον επόμενο). Παράδειγμα: «μια Πανελλήνια εκστρατεία χωρίς / Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό»

Αντίθεση – Ειρωνεία

Αυτή η χρονολογική τοποθέτηση του τίτλου έρχεται σε αντίθεση με τον ρητορικό και κομπαστικό λόγο του αφηγητή του ποιήματος, ο οποίος αγνοεί ότι βρίσκεται στο κατώφλι της παρακμής του κόσμου που υμνεί και της ρωμαϊκής κυριαρχίας.

 Χαρακτηριστικά της καβαφικής ποίησης στο συγκεκριμένο ποίημα

  • Αλεξανδρινή (ελληνιστική) εποχή
  • Συμβολισμός
  • Ειρωνεία
  • Υποβολή – υπαινικτικότητα
  • Αίσθηση του τραγικού:

Πιο αναλυτικά για ορισμένα από αυτά:

1) Ειρωνεία : η ειρωνεία στο ποίημα συνδέεται με τη στάση των Λακεδαιμονίων, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της ειρωνείας. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα ειωνικά σχόλια του ποιητή ξετυλίγονται κλιμακωτά : από τη λεπτή ειρωνεία στον σαρκασμό.  Η ειρωνική διάθεση γίνεται πιο φανερή με τους στ. 7-11. Κάτι παρόμοιο ισχύει και με τον στ. 12: συνδυάζει κατανόηση για την σπαρτιατική στάση και κατειρώνευσή της συγχρόνως. Η λανθασμένη επιλογή των Σπαρτιατών τονίζεται όλο και περισσότερο καθώς ο ποιητής εξαίρει τόσο τις νίκες του Μεγάλου Αλεξάνδρου (με το ρήμα εσαρώθη και τη χρήση πολλών επιθέτων), όσο και τα θαυμαστά αποτελέσματα της εκστρατείας του. Έτσι η διάθεση του ποιητή απένατι στη στάση των Λακεδαιμονίων δικαιολογημένα από λεπτά ειρωνική γίνεται σαρκαστική και απαξιωτική (“Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!”)
2) Πεζολογικό ύφος :Σχεδόν τίποτα δε θυμίζει την κλασική μορφή ποιημάτων που έχουμε ως στερεότυπο στο μυαλό μας. Απουσιάζει ασφαλώς η ομοιοκαταληξία και η ποιητική έκφραση, με μόνη εξαίρεση τη συσσώρευση επιθέτων που γίνεται σε κάποια ενότητα του ποιήματος και εξυπηρετεί συγκεκριμένο στόχο.
3) Δημοτική γλώσσα με στοιχεία καθαρεύουσας/αρχαΐζουσας και ιδιωματικές λέξεις : ο Καβάφης χρησιμοποιεί στο ποίημα του κυρίως τη δημοτική και την διανθίζει με λόγιους τύπους (ήσαν, υπηρέτας, Περσιδι), που εξυπηρετούν είτε τον ιστορικό χαρακτήρα του ποιήματος, είτε την ειρωνική του διάθεση  και ιδιωματικές εκφράσεις (π.χ. “τες”).
4) Διδακτικός τόνος : Ακόμα και σε ένα ιστορικό κατά βάση ποίημα, ο Καβάφης δεν παραλείπει την προβολή μιας στάσης ζωής (modus vivendi). Αυτό που θέλει μεταξύ άλλων να τονίσει ο ποιητής είναι η ανάγκη υποταγής του “εγώ” στο “εμείς”, όταν οι συνθήκες το απαιτούν.
5) Νοσταλγική μετατόπιση στο χώρο και το χρόνο : Όπως αναφέρθηκε στα χρονικά επίπεδα του ποιήματος, ο χρόνος μετατοπίζεται αρχικά στο 334 π.Χ και μετά στο 200 π.Χ. για να αναδείξει την αξία της πανελλήνιας εκστρατείας και τις επιρροές που έχει αόμα και σε μια περίοδο παρακμής του ελληνισμού. Ο χώρος μετατοπίζεται σε κάποιο ελληνιστικό βασίλειο της Ανατολής, λίγο πριν την πτώση του, όπου ζει στα 200 π.Χ. ο φανταστικός αφηγητής του ποιήματος.

 

Ασκήσεις

1 Ας υποθέσουμε ότι οι Λακεδαιμόνιοι διάβασαν την επιγραφή. Ποια πιστεύετε ότι ήταν η αντίδρασή τους;Για ποιους λόγους;

2. Εντοπίστε τα επιρρήματα στους στίχους 2-10. Διαβάστε χωρίς τα επιρρ΄ηματα τώρα. Τι παρατηρείτε;

 

 

 

 

 

Παλαμάς/Ύμνος στον Παρθενώνα

 

Ανάλυση

  • ‘Η Φλογέρα του βασιλιά (1910) διαδραματίζεται στο Βυζάντιο.
  • Στον «Τρίτο Λόγο» ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος κατεβαίνει νικητής από τη Μακεδονία στην Αθήνα, για να προσκυνήσει την Παναγία την Αθηνιώτισσα στον Παρθενώνα.
  •  O ποιητής συνθέτει, με αυτή την αφορμή, ένα λυρικό ύμνο στον αρχαίο ναό της ομορφιάς και του ελεύθερου πνεύματος.  Η έμπνευση της είναι αποτέλεσμα και του ανανεωμένου τότε ενδιαφέροντος για το Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αλλά κυρίως του μακεδονικού αγώνα.
  • ΘΕΜΑ: Ο Παρθενώνας, σύμβολο της απόλυτης ομορφιάς, είναι δημιούργημα ελεύθερων και δημοκρατικών ανθρώπων. Κάθε άνθρωπος-προσκυνητής του θα επιστρέφει στον Παρθενώνα, για να νιώθει το ξανάνιωμα του κόσμου.
  1. Τίτλοι αποσπασμάτων

α: Ο Παρθενώνας ως παγκόσμιο σύμβολο υψηλής τέχνης και απόλυτης ομορφιάς.

β: Ο Παρθενώνας ως έκφραση του μέτρου και ως καλλιτεχνικό δημιούργημα ελεύθερων ανθρώπων.

γ: Ο Παρθενώνας ως πηγή για την αναβάπτιση των ανθρώπων στην απόλυτη ομορφιά.

  1. Γλώσσα του ποιητικού κειμένου:

Η γλώσσα είναι πλούσια δημοτική, με εξαιρετική επεξεργασία. Το ποίημα γράφτηκε την εποχή που ο Παλαμάς και η γενιά του 1880 έκαναν αγώνες για την καθιέρωση της δημοτικής στην ποίηση. Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της γλώσσας των αποσπασμάτων είναι η χρήση ποιητικών λέξεων πολλές από τις οποίες είναι νεόπλαστες ή εκφραστικά σύνθετα: τρίσβαθα, γνέφια (σύννεφα), ερμοτόπι (τόπος της ερήμου), θρασιά (θρασύτητα), ανθρωπόμορφα, αιματοπότη, αδιαφόρευτα (χωρίς διάκριση, σε όλα το ίδιο), ερωτευτής.

ΥΦΟΣ

Είναι υψηλό ,μεγαλόπρεπο καθώς ταιριάζει σε έναν ύμνο. Η χρήση του δευτέρου  προσώπου βοηθάει σε αυτή τη κατεύθυνση .Ακόμα , η αναφορά σε ονόματα της αρχαιότητας επιβεβαιώνει τη θέση πως ο Παλαμάς συνδέει την  ένδοξη εποχή του Βουλγαροκτόνου με την εποχή συγγραφής του ποιήματος. Εποχή μύχιων πόθων του ελληνισμού, που συνδέονται με την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας.

 

  1. Αντιθέσεις του δεύτερου αποσπάσματος:

α. Ο ανάλαφρος ρυθμός του Παρθενώνα έρχεται σε αντίθεση με το βαρύ όγκο των πυραμίδων

β. Τον Παρθενώνα τον έχτισαν ελεύθεροι άνθρωποι, με την καθοδήγηση εμπνευσμένων καλλιτεχνών, γι΄αυτό εκφράζει τη Δημοκρατία και το Νόμο της Πολιτείας. Αντίθετα, τις πυραμίδες τις έχτισαν δούλοι που υποχρεώνονταν να δουλεύουν κάτω από την αυστηρή επιτήρηση και με την απειλή  της βίας από το δυνάστη που τους έπινε το αίμα.

  1. Εκφραστικά μέσα στο δεύτερο απόσπασμα:

α. αντίθεση: βάθος-ύψος(θέμελα-μέτωπο)

β. μεταφορά: θέμελα ριζωμένα (τα θεμέλια δε ριζώνουν)

γ. παρομοιώσεις: σα να τη ΄γγιξαν…, σαν πυραμίδας κολοσσός

δ. εκφραστικά σύνθετα: τρίσβαθα, ερμοτόπι

ε. συνεκδοχή: κρατάν εσέ…των Ολυμπίων τα χέρια(οι Ολύμπιοι με τα χέρια τους)

στ. εικόνα: οι θεοί καθώς κρατάνε στα χέρια τους ανάλαφρα τον Παρθενώνα

ζ. υπερβολή: στ΄απέραντα που μάτι δε τη φτάνει

  • ΙΔΕΕΣ – ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ
  • •Πρόκειται για ένα λυρικό ποίημα.
    •Προβάλλεται ο ναός της Αθηνάς ως σύμβολο της ακμής του ελληνικού πνεύματος, το οποίο υμνείται ως ανώτερο κάθε άλλου ανθρώπινου επιτεύγματος.

 

Νοηματικά κέντρα

Η υψηλή τέχνη και η αρμονία της κλασικής αρχαιότητας.

Η δυναμική ενός συμβόλου για τον ελληνισμό και για την ανθρωπότητα

 

Ερμηνευτικές ερωτήσεις προσπέλασης

®     Ποια εικόνα αντικρίζει ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος ερχόμενος στην Αθήνα;

®     Ποιο πρόσωπο κυριαρχεί στην αφήγηση και γιατί;

®     Ποια στοιχεία αποδεικνύουν ότι πρόκειται για λυρικό ποίημα;

®     Ο Παρθενώνας είναι κορυφαίο μνημείο τέχνης . Εντοπίστε τα στοιχεία που το επιβεβαιώνουν.

®     Ποιες αντιθέσεις εντοπίζετε στη δεύτερη ενότητα και τι εξυπηρετούν;

®     Για ποιο λόγο ορισμένες λέξεις είναι με κεφαλαίο .

®     Γιατί ο Παρθενώνας δεν αποτελεί πολιτιστικό μονοπώλιο  της Ελλάδας;

®     Πώς αντιλαμβάνεστε τους δύο τελευταίους στίχους του τρίτου αποσπάσματος;

 

 

Τετραπλή ανάγνωση

®     Σημασία: τι λέει το ποίημα; Ποια θέματα προσεγγίζει; Ποιες πληροφορίες μεταφέρουν οι λέξεις;

®     Συναίσθημα: ποια η στάση του ποιητή απέναντι σε  αυτό για το οποίο μιλάει .Ποιά μέσα χρησιμοποιεί;

®     Τόνος; Ανιχνεύετε κάποια στάση του ποιητή απέναντι στον αναγνώστη ή τον ακροατή; (σαρκασμός, ειρωνεία, έπαρση, διδακτισμός, προτρεπτικός, αφηγηματικός)

®     Πρόθεση: Ποια είναι η πρόθεση του ποιητή; Ποια εντύπωση θέλει να πετύχει;

ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

  • ·         Μεταφορές
  • ·         Παρομοιώσεις
  • ·         Εικόνες
  • ·         Αντιθέσεις
  • ·         Σχήμα άρσης -θέσης

 

Λήθη/ Λ. Μαβίλης

Το ποίημα είναι σονέτο.

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΣΟΝΕΤΟΥ

1.Είναι ολιγόστιχο και αποτελείται από 14 στίχους, οργανωμένους σε 4 στροφές.

2.Οι 2 πρώτες στροφές είναι τετράστιχες και οι δύο τελευταίες τρίστιχες.

3.Το σονέτο έχει περίπλοκες ομοιοκαταληξίες. Στη «Λήθη» οι 2 πρώτες στροφές έχουν σταυρωτή ομοιοκαταληξία, ενώ οι 2 τελευταίες στροφές, αν τις πάρουμε μαζί, σχηματίζουν πλεκτή και ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία.

4.Το μέτρο του σονέτου είναι ο ιαμβικός ενδεκασύλλαβος στίχος.

5.Στο σονέτο ο ποιητής επιδιώκει τη μουσικότητα και την υποβλητικότητα, η οποία επιτυγχάνεται με την προσεκτική επιλογή των λέξεων.

6.Το βάρος του νοήματος του σονέτου πέφτει συνήθως στην τελευταία στροφή.

 

ΤΙΤΛΟΣ

Μολονότι ο τίτλος είναι «Λήθη», εντούτοις η λέξη δε χρησιμοποιείται στο κείμενο, αλλά στη θέση της βρίσκουμε την λέξη «λησμονιά». Παρ’ όλα αυτά η χρήση της λέξης «λήθη» ως τίτλου ανταποκρίνεται πλήρως στο περιεχόμενο του έργου, αφού σχετίζεται και με τη λήθη των νεκρών, αλλά σχετίζεται και με την έλλειψή της στους ζωντανούς, δηλαδή με το γεγονός ότι δεν μπορούν να ξεχάσουν τις πίκρες τους.

 

Ποια αφηγηματικά πρόσωπα χρησιμοποιεί ο ποιητής, όταν αναφέρεται στους νεκρούς και στους ζωντανούς; Σε ποια από τις δυο κατηγορίες δίνει περισσότερη έμφαση και γιατί;

 

Ο ποιητής χρησιμοποιεί δυο αφηγηματικά πρόσωπα, το τρίτο για τους πεθαμένους και το δεύτερο για τους ζωντανούς (=αναγνώστες). Μολονότι επιφανειακά φαίνεται να κυριαρχεί το τρίτο πρόσωπο, εντούτοις η εμφάνιση στην πραγματικότητα πέφτει στους ζωντανούς, επειδή οι τελευταίοι νιώθουν τον πόνο της ύπαρξης πολύ περισσότερο από τους νεκρούς.

 

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ

Είναι το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ήλιος βασιλεύει και αρχίζει η νύχτα. Είναι ώρα ανάπαυσης και ξεκούρασης, αλλά ταυτόχρονα είναι και ώρα περισυλλογής (αυτοσυγκέντρωσης) και στοχασμού. Επίσης είναι η ώρα των αναμνήσεων, κατά την οποία μπορεί κάνεις να θυμηθεί ό,τι τον βασάνισε στο παρελθόν ή τώρα, δηλαδή είναι και ώρα θλίψης. Τέλος, παραδοσιακά είναι η ώρα των νεκρών.

 

ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ

1.Ο ήλιος που δύει και πέφτει το σούρουπο.

2.Οι ψυχές που πίνουν νερό από την πηγή της Λησμονιάς.

3.Το δάκρυ που στάζει και μετατρέπει το νερό σε βούρκο.

4.Το λιμάνι με τους ασφοδέλους, όπου περιπλανιούνται οι ψυχές στον Κάτω Κόσμο.

 

ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

Ο ποιητής μάς δίνει ένα μέρος της γεωγραφίας του Κάτω Κόσμου, όπως τον φαντάζονταν οι αρχαίοι και όπως επιβίωσε στη δημοτική παράδοση. Αναφέρει την πηγή της «Λήθης», από την όποια αν πιουν οι ψυχές ξεχνούν όσα έζησαν, και το λιβάδι με τους ασφοδέλους, όπου οι ψυχές περιπλανιούνται άσκοπα. Ο Μαβίλης διαφοροποιείται από την αρχαία παράδοση στο εξής: ενώ για τον Πλάτωνα η ψυχή δεν είναι καλό να πιει από το νερό της «Λήθης», για να μην ξεχάσει τις προηγούμενες ζωές της, ο ποιητής μας αυτό το ενδεχόμενο το θεώρει ως κάτι το θετικό, γιατί έτσι η ψυχή ξεχνά τα βάσανα της ζωής.

 

ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ

Η γλώσσα του ποιήματος είναι η απλή δημοτική με ορισμένους επτανησιακούς ιδιωματισμούς [π.χ. όντας (=όταν), πίκρια, κρουσταλλένια, ασφοδίλι κ.ά.].

 

ΟΞΥΜΩΡΟ ΣΧΗΜΑ

«Οξύμωρο» λέγεται το σχήμα του λόγου, στο οποίο συνδυάζονται μεταξύ τους δυο εντελώς αντίθετες έννοιες, τις οποίες δε θα περιμέναμε ποτέ να τις βρούμε τη μια δίπλα στην άλλη. Στο κείμενό μας συναντάμε δυο οξύμωρα: 1) στον πρώτο στίχο τη φράση «καλότυχοι νεκροί» και 2) στον προτελευταίο στίχο τη φράση «τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν».

 

 

ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΣΤΟΝ ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟ

Οι ψυχές στον Κάτω Κόσμο παρουσιάζονται να διατηρούν τις ανθρώπινες ιδιότητές τους:

1.Έχουν ανάγκες (διψούν).

2.Ενεργούν όπως οι άνθρωποι (πίνουν και περπατούν).

3.Έχουν ανθρώπινα συναισθήματα (θυμούνται, ξεχνούν, υποφέρουν).

 

ΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ

Ο πρώτος και ο τελευταίος στίχος της Λήθης περιέχουν την κοινή λέξη «λησμονώ». Όταν ένα κείμενο αρχίζει και τελειώνει με την ίδια φρασεολογία, τότε λέμε ότι έχουμε το σχήμα του κύκλου.

 

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Το κείμενο χαρακτηρίζεται από μια ατμόσφαιρα απαισιοδοξίας και μελαγχολίας. Ο Μαβίλης είναι επηρεασμένος εδώ από την απαισιόδοξη φιλοσοφία του Γερμανού φιλοσόφου Σοπενχάουερ καθώς και από το πνεύμα της ινδουιστικής και βουδιστικής θρησκείας, η οποία θεωρεί τη ζωή ως ένα είδος τιμωρίας των ανθρώπων.

Πηγή: http://filolologikamathhmata.blogspot.gr/2013/04/blog-post_825.html