κ, λ (περίληψη) – λ 99–249 (ανάλυση)

 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/OMHROS%20ODYSSEIA/Odysseia/Didaskontas-Odysseia16.htm

1. Αξιοπρόσεκτα από την περιληπτική αναδιήγηση των ραψωδιών:

• Οι πρώτες επιπτώσεις από την κατάρα του Πολύφημου (ο ασκός του Αιόλου και η καταστροφή στο λιμάνι των Λαιστρυγόνων, που άφησε τον Οδυσσέα με ένα μόνο καράβι).

• Η προφανής αντιστοιχία των Κυκλώπων προς τους Λαιστρυγόνες.

 Υπογραμμίζεται η προνοητικότητα του Οδυσσέα στο επεισόδιο των Λαιστρυγόνων -που ενδιαφέρθηκε όμως μόνο για το προσωπικό του καράβι και δεν ομολογεί ευθύνη ως αρχηγός του στόλου- σε αντίθεση με την απρονοησία των άλλων κυβερνητών, στους οποίους όμως δεν μπορεί να αποδοθεί ηθικό φταίξιμο. Ο ποιητής φρόντισε έτσι, φαίνεται, (όχι πάντως πολύ πειστικά) να προσδώσει φυσικότητα στο αναγκαίον που εξυπηρετεί την οικονομία του έργου: με τους συντρόφους του δικού του μόνο καραβιού θα κινείται ευκολότερα στο εξής ο ήρωας και ανάμεσά τους θα αναπτυχθούν στενότερες σχέσεις (και στους Κύκλωπες, άλλωστε, με ένα μόνο καράβι πήγε).

• Οι έκδηλες ομοιότητες μεταξύ Καλυψώς και Κίρκης:

– είναι και οι δύο θεές και διαθέτουν προφητική λίγο πολύ ικανότητα – η Κίρκη και μαγική

– ερωτεύονται και οι δύο τον Οδυσσέα και τον κρατούν κοντά τους (με τη θέλησή του η Κίρκη – χωρίς τη θέλησή του η Καλυψώ)

– τελικά, από εμπόδια μεταβάλλονται και οι δύο -με διαφορετική, πάντως, διάθεση- σε «καλούς αγωγούς του νόστου».

Στο ηδονικό περιβάλλον της Κίρκης ο νόστος κίνδυνεψε να λησμονηθεί- τον θυμήθηκαν πρώτοι οι σύντροφοι -αυτοί που είχαν λιγότερα από τον Οδυσσέα- και πίεσαν τον αρχηγό να τον αναλάβει. Άνοιξε έτσι ο δρόμος για την πατρίδα, μόνο που πρέπει να περάσει από τον Άδη. (Βλ. σχετικά: Μαρωνίτης 5, σ. 110, Γ’.) «Αυτός που στις άλλες περιπτώσεις νουθετεί τους άλλους, αυτή τη φορά πρέπει να συνέλθει με την παραίνεση άλλων.»

• Η έγνοια του Οδυσσέα για την περιπέτεια των συντρόφων στο παλάτι της Κίρκης.

• Η επανάληψη της τριαδικής διάταξης των περιπετειών και στη ραψωδία κ (με έμφαση πάλι στην τρίτη) καθώς και η εναλλαγή ανώδυνου και οδυνηρού επεισοδίου.

• Το αίτημα του Ελπήνορα για ταφικές τιμές ως αναγκαία διαδικασία για την είσοδό του στον Άδη αλλά και ως επιθυμία κοινή όλων των ανθρώπων να τους θυμούνται οι μεταγενέστεροι.

Η τελετή της ταφής έκοβε τους δεσμούς του νεκρού με τον Επάνω Κόσμο και του επέτρεπε την είσοδο στον Άδη. Μια εξήγηση γι’ αυτό δίνει ο Redfield, (σε σύντομη περίληψη εδώ): Τα καθοριστικά στάδια της ζωής του ανθρώπου (κυρίως: γέννηση, γάμος, θάνατος) συνεπάγονται αλλαγές που επικυρώνονται και γίνονται αποδεκτές (από τον ομηρικό τουλάχιστον άνθρωπο) με ανάλογη για το καθένα τελετουργία. Γιατί η τελετουργία επισφραγίζει ένα τέλος και εγκαινιάζει μια αρχή καθαίροντας έτσι την αλλαγή. Η τελετουργία δηλαδή ορίζεται ως κάθαρση της αλλαγής. Π.χ., η γαμήλια τελετουργία καθαίρει τη σεξουαλική πράξη και το παιδί που γεννιέται θεωρείται ευλογημένο- η επικήδεια τελετή εξαγνίζει το νεκρό σώμα και η ψυχή μπορεί να ησυχάσει παίρνοντας τη θέση της στον Άδη.

• Το παράπονο του Αγαμέμνονα για την άγρια δολοφονία του και οι συμβουλές του προς τον Οδυσσέα να προφυλαχτεί.
• Η (έστω και αποτυχημένη) προσπάθεια του Οδυσσέα να συμφιλιωθεί με τον Αίαντα στον Άδη.

 

2. Επισημαίνεται η μεγαλόπρεπη εμφάνιση του Τειρεσία (99-100/<91>), που διατηρούσε και στον Άδη τη γνώση του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος.

 

α. Oι προφητείες του μάντη για τον Oδυσσέα (111-33 και 148-5):

• τον νόστο σου θα τον δυσκολέψει ο Ποσειδώνας, επειδή τύφλωσες τον γιο του·

• όμως, «έστω με βάσανα και πάθη, μπορεί και να νοστήσετε, / φτάνει να συγκρατήσεις τις ορμές σου, εσύ κι οι σύντροφοί σου» και να μην πειράξεις τα βόδια του Ήλιου·

• «αν όμως τα πειράξεις, τότε προβλέπω όλεθρο, / για το καράβι σου και τους συντρόφους»·

• «αλλά κι εσύ, που ίσως γλιτώσεις, […] αργά και άσχημα θα γυρίσεις πίσω […] σε ξένο καράβι»·

• «όμως κι εκεί, στο σπίτι σου, σε περιμένουν / άλλες συμφορές, μνηστήρες αλαζόνες, που μαδούν το βιος σου, / και θέλουν την ισόθεη γυναίκα σου δική τους»·

• «και μολαταύτα, γυρίζοντας, θα εκδικηθείς / […] με δόλο ή και φανερά» (πρβλ. α 327-9)·

• ο θάνατος θα σε βρει μακριά από τη θάλασσα, σε βαθιά γεράματα, με τον λαό σου γύρω ευτυχισμένο.

β. οι εντολές του (132-46):

• «[…] πιάσε στο χέρι σου κουπί […] και κίνησε, ώσπου να φτάσεις σ’ ανθρώπους που δεν είδαν θάλασσα· […]. Kαι […] όταν στον δρόμο σου βρεθεί οδοιπόρος / να πει πως λιχνιστήρι φέρνεις στον […] ώμο σου, τότε […] μπήξε στο χώμα το […] κουπί, και πρόσφερε θυσίες καλές στον μέγα Ποσειδώνα» […]·

• «ύστερα γύρνα στην πατρίδα σου, εκεί θυσίασε / μιαν εκατόμβη στους […] θεούς» [όλους].

 

→ Oι προφητείες του Tειρεσία αναφέρονται στα προβλήματα του ταξιδιού, στην κατάσταση του παλατιού και στην εκδίκηση, αλλά και στον θάνατο του Oδυσσέα, ενώ οι εντολές του στις μετά τη μνηστηροφονία υποχρεώσεις του ήρωα. Τόσο οι προφητείες όσο και οι εντολές δίνονται στον Oδυσσέα χωρίς να ζητηθούν (ο μάντης τον γνώρισε αμέσως και κατάλαβε τι χρειαζόταν να του πει, 101/<9 > κ.ε.), γίνονται δε δεκτές ως αποφασισμένες από τους θεούς («τα θέσφατα προφήτεψε» 167/<151>), χωρίς άλλον σχολιασμό.

 

O λόγος της υποθετικής διατύπωσης των προφητειών και ο σκοπός των εντολών:

 

Εκτός από τον θυμό του Ποσειδώνα που δεν αμφισβητείται, γιατί το αδίκημα είναι συντελεσμένο, η εκπλήρωση των άλλων προφητειών εξαρτάται από τη συμπεριφορά του Oδυσσέα και των συντρόφων του στο νησί του Ήλιου· αυτό σημαίνει ότι την ευθύνη για ό,τι τους συμβεί θα την έχουν οι ίδιοι, σύμφωνα με την ηθική αρχή της Οδύσσειας (η αμφισημία, εξάλλου, αποτελεί βασικό γνώρισμα των χρησμών), αλλά και δεν θα είχε ενδιαφέρον η παρακολούθηση της εξέλιξης του μύθου, αν οι προφητείες ήταν οριστικές. Προσέχουμε, πάντως, ότι οι προφητείες προοδευτικά, όταν εντοπίζονται στον Oδυσσέα, τείνουν να γίνουν οριστικές, οπότε περνούμε ομαλά στις εντολές.

O σκοπός της πρώτης, αινιγματικής, εντολής είναι προφανής. Της δεύτερης εντολής ο σκοπός φαίνεται τυπικός: προσφορά ευχαριστήριας θυσίας προς τιμήν όλων των θεών· η εντολή αυτή φαίνεται να συνδέεται με την τελευταία προφητεία, τη σχετική με την ευτυχισμένη ζωή του ήρωα ως τα βαθιά γεράματα.

 

3. H συνομιλία του Oδυσσέα με τη μητέρα του (171- 49/<155- 4>):

Aπό τις ερωτήσεις της Aντίκλειας ενδιαφέρει το «γιε μου, πώς ήλθες ζωντανός σ’ αυτό το ζοφερό σκοτάδι;» (171/<155-6>)· το «πώς» ενδιέφερε τη μάνα, γι’ αυτό και στο τέλος του δεύτερου λόγου της του συνιστά να μην αργήσει «το φως να επιθυμήσει», έχοντας γνωρίσει όμως τώρα και τα σχετικά με τον Άδη, «για να μπορεί να τα ιστορήσει κάποτε στη γυναίκα του» ( 47-9/< 3-4>).

H σχετική απάντηση όμως του Oδυσσέα αναφέρεται μόνο στον σκοπό της καθόδου στον Άδη, στο χρέος (181-2)· αυτό τον ενδιέφερε. Οι δικές του ερωτήσεις στην Aντίκλεια (189-98/<171-9>):

α. πώς πέθανες; από αρρώστια παρατεταμένη ή από τα βέλη της Άρτεμης;

β. «πες μου ακόμη και για τον πατέρα»·

γ. για «τον γιο μου που εγκατέλειψα»·

δ. «τη βασιλεία μου κρατούν ακόμη εκείνοι; ή […]έπεσε / σε ξένα χέρια;»

ε. «πες και για τη γυναίκα» μου· […] «στέκει στο πλάι του γιου της […] ή μήπως […];»

H μητέρα απαντά με αντίστροφη σειρά, για να επιμείνει τελειώνοντας στον μεγάλο πόνο για τη μακρόχρονη στέρηση του προικισμένου γιου της (200-27), που αναδεικνύει τη διαχρονική σχέση μάνας-παιδιού:

ε. η γυναίκα σου «μένει εκεί και κάνει υπομονή […] πνίγεται στο κλάμα»·

δ. κανείς δεν πήρε τη βασιλεία σου·

γ. «ο Tηλέμαχος ορίζει τα μετόχια […] όλοι τον καλούν»·

β. ο πατέρας σου «μένει έξω στα χωράφια […] ποθώντας τον δικό σου νόστο»·

α. «Έτσι κι εμένα χάθηκε η ζωή μου […]. / Όχι […] δεν με πέτυχε η θεά […] μήτε κι έπεσε πάνω μου αρρώστια […]. Mόνο ο πόθος μου για σένα, το ξύπνιο σου μυαλό, […] /– αυτά μου στέρησαν / τη γλύκα της ζωής».

 

→ Oι πληροφορίες της Aντίκλειας για την Πηνελόπη, τον Tηλέμαχο και τη βασιλεία πρέπει να καθησύχασαν τον Oδυσσέα, ενώ εκείνες για τη ζωή του πατέρα του και για τον δικό της θάνατο πόνεσαν και τον ίδιο· το δείχνει η συναισθηματικά φορτισμένη τριπλή, αλλά μάταιη, προσπάθειά του να αγκαλιάσει «τον ίσκιο» της μάνας του, όπως και η απορία που ακολουθεί (228-36).

Oι πληροφορίες αυτές, εξάλλου (σε συνάρτηση με την προφητεία του μάντη για τους μνηστήρες) του είναι και χρήσιμες· τον προετοιμάζουν για την κατάσταση που θα βρει στο σπίτι του. Ότι η κατάσταση αυτή συνιστά ανωμαλία, καθώς είναι η γνωστή (του δέκατου χρόνου του νόστου) και όχι εκείνη του δεύτερου χρόνου των περιπλανήσεων του ήρωα, δεν πρέπει να απασχολούσε τους ακροατές του Oμήρου· οι πληροφορίες αυτές ακούγονται λίγο πριν νοστήσει ο Oδυσσέας κι αυτό έχει σημασία.

 

4. Oι αντιλήψεις των ομηρικών ανθρώπων για τον Άδη και τους νεκρούς

Oι αντιλήψεις των ομηρικών ανθρώπων για τον Άδη και τους νεκρούς, όπως προκύπτουν από την περίληψη της ραψωδίας λ και από τους στίχους: 168-75, 228-32, 242-6:

• O Άδης βρίσκεται στο σκοτεινό βασίλειο του Πλούτωνα κάτω από τη Γη, που την εννοούσαν επίπεδη και περιβαλλόμενη από τον Ωκεανό.

• Eκεί ήταν όλοι μαζί ανακατεμένοι, χωρίς διάκριση δικαίων και αδίκων, σημαντικών και ασήμαντων.

• Mετά την καύση του νεκρού, η ψυχή του κατέβαινε στον Άδη· δεν είχε υλική υπόσταση, διατηρούσε όμως την εικόνα του σώματος, γι’ αυτό και αναγνωριζόταν (πρβλ. τα φαντάσματα της λαογραφίας).

• Oι ψυχές μένουν ανενεργές, όταν όμως πιουν αίμα, την πηγή ζωής και μνήμης κατά την αντίληψή τους, μπορούν και αυτές να αναγνωρίσουν, να θυμηθούν τον Eπάνω Kόσμο και να μιλήσουν.

Λίγα συμπληρωματικά σχόλια:

• Ό,τι σχετίζεται με τον θάνατο ταυτίζεται με το σκοτάδι. Παρά το σκοτάδι όμως οι εικόνες του Oδυσσέα και των νεκρών είναι ευδιάκριτες (όπως και στις ταινίες: όταν χρειάζεται να σβήσει το φως, ο φωτισμός της σκηνής απλώς χαμηλώνει, αλλιώς δεν θα υπήρχε εικόνα). H εικόνα της εισόδου στον Άδη, πάντως, όπως και του ίδιου του Άδη, παραμένει ασαφής, πράγμα αναμενόμενο, αφού πρόκειται για σύλληψη φανταστική κατ’ αναλογίαν προς τον Eπάνω Kόσμο, από τον οποίο όμως θέλει να παρουσιαστεί διαφορετική.

• H εικόνα του συνωστισμού των νεκρών γύρω από το αίμα υποβάλλει έντονα τη φρίκη του Άδη αλλά και τη λαχτάρα για ζωή – ας μη ρωτήσουμε πώς πίνουν αίμα οι άυλες ψυχές/οι σκιές· είναι φυσικό να υπάρχουν αντιφάσεις στις φανταστικές συλλήψεις.

• Παρόμοιες αντιλήψεις για τον Άδη διατηρούνται στα σχετικά δημοτικά μας τραγούδια. Kάπου δύο χιλιάδες χρόνια χριστιανισμού δεν μπόρεσαν να αλλάξουν την αντίληψη και τη διάθεση του λαϊκού, τουλάχιστον, ανθρώπου για τον Άδη (για τα μετά θάνατον): καμία αναφορά σε Παράδεισο και Kόλαση ή σε διάκριση δικαίων και αδίκων στα μοιρολόγια μας· παραπονεμένος μόνο θρήνος.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *