- Κείμενο
Ἐν μὲν οὖν τῷ λοιπῷ βίῳ | Για τον υπόλοιπο, λοιπόν, βίο |
τὴν τοιαύτην ἐπιείκειαν ἴσως οὐκ ἂν τις ἐκβάλλοι· | δε θα μπορούσε κάποιος να αποβάλει αυτού του είδους την εύνοια (προς γνωστούς και φίλους)· |
καὶ γὰρ φιλόφιλον εἶναι δεῖ τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα καὶ φιλόπατριν | γιατί, πράγματι, ο αγαθός άντρας πρέπει να αγαπάει τους φίλους του και την πατρίδα του |
καὶ συμμισεῖν τοῖς φίλοις τοὺς ἐχθροὺς | και να μισεί τους ίδιους εχθρούς που μισούν και οι φίλοι του |
καὶ συναγαπᾶν τοὺς φίλους· | και να αγαπά τους ίδιους φίλους (που αγαπούν και οι φίλοι του)· |
ὅταν δὲ τὸ τῆς ἱστορίας ἦθος ἀναλαμβάνῃ τις, | όταν, όμως, κάποιος υιοθετεί το χαρακτήρα του ιστορικού |
ἐπιλαθέσθαι χρή πάντων τῶν τοιούτων | πρέπει να τα ξεχάσει όλα αυτά |
καὶ πολλάκις μὲν εὐλογεῖν καὶ κοσμεῖν | και πολλές φορές πρέπει να επαινεί και να τιμά |
τοῖς μεγίστοις ἐπαίνοις τοὺς ἐχθρούς, | με τους μεγαλύτερους επαίνους τους εχθρούς, |
ὅταν αἱ πράξεις ἀπαιτῶσι τοῦτο, | όταν οι πράξεις το απαιτούν, |
πολλάκις δ’ἐλέγχειν καὶ ψέγειν ἐπονειδίστως τοὺς ἀναγκαιοτάτους, | και πολλές φορές θα χρειαστεί να κατακρίνει και να κατηγορεί κατά τρόπο που ντροπιάζει τους στενούς συγγενείς, |
ὅταν αἱ τῶν ἐπιτηδευμάτων ἁμαρτίαι τοῦθ’ ὑποδεικνύωσιν. | όταν τα σφάλματα στις πράξεις τους αυτό υποδεικνύουν. |
Ὥσπερ γὰρ ζῴου τῶν ὄψεων ἀφαιρεθεισῶν | Όπως ακριβώς, όταν ένας ζωντανός οργανισμός χάσει τα μάτια του |
ἀχρειοῦται τὸ ὅλον, | αχρηστεύεται ολόκληρος, |
οὕτως ἐξ ἱστορίας ἀναιρεθείσης τῆς ἀληθείας | έτσι κι από την ιστορία αν αφαιρεθεί η αλήθεια |
τὸ καταλειπόμενον αὐτῆς | ό,τι απομένει από αυτήν |
ἀνωφελὲς γίνεται διήγημα. | γίνεται ανώφελο (ασήμαντο) διήγημα. |
Πολύβιος, Ἱστορίαι 1.14.4-7
© Ελληνικός Πολιτισμός – Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Η Άννα Κομνηνή (1083-1153/4), κόρη του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιου Α′ Κομνηνού, έγραψε σε δεκαπέντε βιβλία το ιστορικό έργο της Ἀλεξιάς. Στο έργο αυτό πρωταγωνιστικό ρόλο έχει ο πατέρας της και περιγράφονται τα γεγονότα της περιόδου 1069-1148. Στο παρακάτω απόσπασμα η συγγραφέας εκφράζει τις απόψεις της σχετικά με το χρέος του ιστοριογράφου.
Κείμενο Ὅταν γάρ τις τὸ τῆς ἱστορίας ἦθος ἀναλαμβάνῃ, ἐπιλαθέσθαι χρὴ εὐνοίας καὶ μίσους καὶ πολλάκις κοσμεῖν τοὺς ἐχθροὺς τοῖς μεγίστοις ἐπαίνοις, ὅταν αἱ πράξεις ἀπαιτῶσι τοῦτο, πολλάκις δὲ ἐλέγχειν τοὺς ἀναγκαιοτάτους, ὅταν αἱ τῶν ἐπιτηδευμάτων ἁμαρτίαι τοῦθ´ ὑποδεικνύωσι. Διόπερ οὔτε τῶν φίλων καθάπτεσθαι οὔτε τοὺς ἐχθροὺς ἐπαινεῖν ὀκνητέον.
Ἅννα Κομνηνή, Ἀλεξιάς, Πρόλογος 2.3
|
Μετάφραση
Όντως, όταν κανείς αναλαμβάνει το έργο του ιστοριογράφου, οφείλει να ξεχάσει την αγάπη και το μίσος: συχνά πρέπει να στολίζει τους εχθρούς του με τους μεγαλύτερους επαίνους, όταν τα γεγονότα το επιβάλλουν, κι επίσης να ελέγχει τους πιο αγαπητούς, όταν αυτό υποδεικνύουν οι λανθασμένες πράξεις τους. Γι’ αυτό ακριβώς δεν πρέπει να διστάζει ούτε τους φίλους να κατηγορεί ούτε και τους εχθρούς να εγκωμιάζει. (μτφρ. Α. Σιδέρη) |
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Ο Προκόπιος (490/507 – περ. 562) έγραψε σε οκτώ βιβλία το ιστορικό έργο του Ὑπὲρ τῶν πολέμων λόγοι, το οποίο αποτελεί την κυριότερη πηγή για την ιστορία της εποχής. Στο παρακάτω απόσπασμα ο συγγραφέας εκθέτει τις απόψεις του για το χρέος του ιστοριογράφου.
Κείμενο
Πρέπειν τε ἡγεῖτο ῥητορικῇ μὲν δεινότητα, ποιητικῇ δὲ μυθοποιΐαν, ξυγγραφῇ δὲ ἀλήθειαν. Ταῦτά τοι οὐδέ του τῶν οἱ ἐς ἄγαν ἐπιτηδείων τὰ μοχθηρὰ ἀπεκρύψατο, ἀλλὰ τὰ πᾶσι ξυνενεχθέντα ἕκαστα ἀκριβολογούμενος ξυνεγράψατο, εἴτε εὖ εἴτε πη ἄλλῃ αὐτοῖς εἰργάσθαι ξυνέβη.
Προκόπιος, Ὑπέρ τῶν πολέμων λόγοι 1.1.4-5
|
Μετάφραση
Και πιστεύει ότι, όπως η ευστροφία είναι απαραίτητη στη ρητορική και η μυθοπλασία στην ποίηση, έτσι ακριβώς απαιτείται και η αλήθεια για την ιστορική συγγραφή. Γι’ αυτό, με βάση αυτή την αρχή, δεν απέκρυψε τα σφάλματα και τις αποτυχίες ακόμα και των πιο οικείων του, αλλά έγραψε τα πάντα με κάθε ακρίβεια, όπως πράγματι έγιναν, είτε καλά είτε κακά |
Τρίτο παράλληλο κείμενο
Ο Λουκιανός στο παρακάτω απόσπασμα από το έργο του Πῶς δεῖ ἱστορίαν συγγράφειν εκφράζει την άποψή του σχετικά με τις αρετές που πρέπει να διαθέτει ένας ιστορικός.
Κείμενο
Τοιοῦτος οὖν μοι ὁ συγγραφεὺς ἔστω, ἄφοβος, ἀδέκαστος, ἐλεύθερος, παρρησίας καὶ ἀληθείας φίλος, ὡς ὁ κωμικός φησι, τὰ σῦκα σῦκα, τὴν σκάφην δὲ σκάφην ὀνομάσων, οὐ μίσει οὐδὲ φιλίᾳ τι νέμων οὐδὲ φειδόμενος ἢ ἐλεῶν ἢ αἰσχυνόμενος ἢ δυσωπούμενος, ἴσος δικαστής, εὔνους ἅπασιν ἄχρι τοῦ μὴ θατέρῳ ἀπονεῖμαι πλεῖον τοῦ δέοντος, ξένος ἐν τοῖς βιβλίοις καὶ ἄπολις, αὐτόνομος, ἀβασίλευτος, οὐ τί τῷδε ἢ τῷδε δόξει λογιζόμενος, ἀλλὰ τί πέπρακται λέγων.
Λουκιανός, Πῶς δεῖ ἱστορίαν συγγράφειν 41 |
Τοιοῦτον λοιπὸν θέλω τὸν συγγραφέα, ἄφοβον, ἀνώτερον ἀμοιβῶν καὶ δώρων, ἐλεύθερον, φίλον τῆς εἰλικρινείας καὶ τῆς ἀληθείας, ὁ ὁποῖος, κατὰ τὸν κωμικόν, νὰ λέγῃ τὰ σῦκα σῦκα καὶ τὴν σκάφην σκάφῃν· οὔτε εἰς τὸ μῖσος οὔτε εἰς τὴν φιλίαν νὰ χαρίζεται· νὰ μὴ φείδεται ἢ νὰ λυπῆται ἢ νὰ ἐντρέπεται νὰ γράψῃ τὴν ἀλήθειαν ἢ νὰ τήν ἀποσιωπᾷ, διὰ νὰ περιποιηθῇ· νὰ εἶνε ἴσος πρὸς ὅλους δικαστὴς καὶ ἐξ ἴσου φίλος πρὸς ὅλους, ὥστε νὰ μὴ ἀπονέμῃ εἰς κανένα περισσότερον ἀφ᾽ ὅ,τι τοῦ ἀνήκει· νὰ εἶνε ξένος πρὸς τὰ βιβλία του καὶ νὰ μὴ θεωρῇ πατρίδα καμμίαν πόλιν, ἀνεξάρτητος καὶ μὴ ὑποκείμενος εἰς κανένα βασιλέα· νὰ μὴ σκέπτεται δὲ πῶς θὰ φανοῦν εἰς τὸν τάδε καὶ τὸν τάδε ὅσα γράφει, ἀλλὰ νὰ γράφῃ ὅ,τι ἔγιναν. |